Στο Μπραχάμι μιας άλλης εποχής…Στον Αστέρα με ένα τάλιρο, έργα δύο!
της αξέχαστης Ελένης Αποστολοπούλου
Μπορεί να είναι δυστυχισμένη…
… αλλά δεν είναι ατιμασμένη!

Στο σταυροδρόμι των Συνοικιών. Πλατεία Καλογήρων
Δεκαετία του ’60 κι εγώ παιδί. Και τη ζωή την έβλεπα αλλιώς. Κυρίως μέσα από τον κινηματογράφο, αφού δεν υπήρχε άλλη δυνατότητα. Με μάτια γεμάτα όνειρα
Η γιαγιά, η κυρα-Σοφία η Μανιάτισσα με τ’ όνομα, έλυνε κι έδενε μέσα στο σπίτι. Ψητό στο φούρνο με πατάτες την Κυριακή, ή κοτόπουλο κοκκινιστό με μακαρόνια. Το κρέας της Κυριακής δεν έλειπε ποτέ από το τραπέζι. Καλύτερα δανεικά, που λέει ο λόγος… Και μετά το μεσημεριανό φαγητό, η μεγάλη απόλαυση. Ο κινηματογράφος «Αστήρ», στο Μπραχάμι, ο Αστέρας όπως τον λέγαμε όλοι, με ένα τάλιρο δύο έργα. Και οποία περηφάνια, που όλη τη γύψινη διακόσμηση του Αστέρα την είχε κάνει ο γιος της, ο θείος μου ο Νίκος, ο επονομαζόμενος Μπαρμπάκιας, ο οποίος, αντί για λεφτά, πήρε πληρωμή ένα οικόπεδο κοντά στη μάντρα του Πασπαλιάρη. Άντρο ακολασίας στην αρχή, μετά όμως στέγασε εκεί την οικογένειά του…
Λοιπόν… Το Ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο με την Αλίκη και Κάποτε κλαίνε κι οι δυνατοί, με τον Ξανθόπουλο. Και άλλες πολλές ων ουκ έστιν αριθμός… Δράματα, κωμωδίες, ηθογραφήματα. “Γιαγιά, είναι αλήθεια όλα αυτά που βλέπουμε;” ρωτούσα τη γιαγιά Σοφία όταν βγαίναμε κλαμένες από την αίθουσα. “Και βέβαια, παιδί μου!” μου απαντούσε με απόλυτη βεβαιότητα. “Όλα αυτά είναι βγαλμένα μέσα από τη ζωή!” Ανάμεσά τους και το Ελ Σιντ, αλλά και το Help και η Margarita (Fun in Acapulco Elvis Presley)…
… Το μυαλό μου, όμως, στριφογύριζε στα δράματα. Δεν είναι τυχαίο που γυρίστηκαν τόσα πολλά εκείνη την εποχή.
Μπαίναμε στην αίθουσα στις τρεις και βγαίναμε στις εφτά. Σάμαλι, παστέλι, κοκ, λεμονάδες, πορτοκαλάδες, στραγάλια, φιστίκια, πασατέμπο! Και σε όλο το δρόμο για το σπίτι, κρατώντας το σκληρό κι αγαπημένο χέρι της γιαγιάς, στριφογύριζα στο μυαλό μου το σενάριο και δεν χωρούσε αμφιβολία… εγώ, όλους αυτούς τους κακούς θα τους αφάνιζα και δεν θα γινόμουνα ποτέ δυστυχισμένη εξ αιτίας τους, αλλά θα ήμουν μια πανέμορφη, ταλαντούχα και πλούσια γυναίκα, θα με ερωτευόταν τουλάχιστον ο βασιλιάς και κανείς δεν θα μου απαγόρευε να παίξω στο θέατρο και κυρίως, να μάθω μουσική και να γίνω τραγουδίστρια, που ήταν το όνειρο της ζωής μου.
Μαμά, λέω μια μέρα στη μάνα μου, θέλω να πάω να μάθω να παίζω κιθάρα. Μπορείς να με γράψεις σε ένα ωδείο; Μόλις τότε είχαν αρχίσει να εμφανίζονται μερικά, εκτός από τα παλιά και γνωστά του κέντρου, και στις πλούσιες γειτονιές της Αθήνας, δηλαδή στους Αμπελόκηπους, στη Φωκίωνος Νέγρη, στη Φιλοθέη, σε τέτοιες περιοχές. Εμείς, μέναμε στο Κατσιπόδι. Με κοίταξε, γέλασε και μου είπε: “Θα τρελάθηκες, μου φαίνεται! Δεν μπορούμε να πληρώνουμε λεφτά για τέτοιες αηδίες. Κι εγώ, την κόρη μου, πουτάνα δεν σκοπεύω να την κάνω!” Αυτή ήταν και τα ‘λεγε χύμα και τσουβαλάτα ακόμα και σε ένα παιδί δέκα χρονών. Αργότερα, στο γυμνάσιο, το πρώτο μου σκασιαρχείο ήταν στο θρυλικό Rivoli της Σοφοκλέους, πριν να γίνει τσοντάδικο βεβαίως-βεβαίως, για τις Θαλασσιές τις χάντρες…
Κινηματογράφος, λοιπόν, κι εγώ, δέκα χρονών παιδί, με ανάπτυξη όμως, κι ο διπλανός να βάζει χέρι στα μπούτια μες στο σκοτάδι… Αλλά δεν με πτοούσε τίποτα. Δεν μιλούσα καθόλου γιατί καταλάβαινα ότι στο τέλος θα ήταν εις βάρος μου, έριχνα καμιά κλωτσιά, καμιά τσιμπιά και αν η κατάσταση ήταν πολύ φορτική, άλλαζα θέση αν υπήρχε άλλη κενή, ή προτιμούσα να στέκομαι όρθια… Και τελικά, τίποτα δεν με αποθάρρυνε να απολαύσω τον πασατέμπο και την ταινία!
Α, ρε Μεμά! Τα πρόβλεψες όλα με ακρίβεια. Μέχρι και το μουστάκι τον έβαλε να ξυρίσει…

Σινέ Αστήρ. Λεωφ. Αγ. Δημητρίου 49, (κοντά στη Πλ. Καλογήρων), Χειμερινό & Θερινό. Κατασκευάστηκε το 1955. Το θερινό ήταν στη ταράτσα και πρωτολειτούργησε το 1961. Έκλεισε τη δεκαετία του 80. Θέσεις 750 με εξώστη και θεωρεία. Υπάρχει ομώνυμη στάση λεωφορείου. Μετά στεγάστηκε η εφημερίδα Ελευθεροτυπία πριν μεταστεγαστεί στο Νέο Κόσμο. Έγινε σούπερ μάρκετ.