Φρέσκα

Ιστορίες πικάντικες κι’ αληθινές

Ο μπούφος και ο μπάφος.

❀❀❀

γράφει ο VIX

 

Κανείς από την παρέα δεν γνώριζε τι πρόκειται να συμβεί, όταν ένας μπούφος συναντηθεί για τα καλά με το μπάφο. Ο Κώστας ήταν μεγάλος μπούφος. Μέχρι και ο ίδιος το έλεγε. Το γεγονός ότι έλεγε πως είναι μπούφος προβλημάτιζε την παρέα του. Μήπως δεν ήταν τελικά μπούφος; Διότι ο ορίτζιναλ μπούφος δεν γνωρίζει ότι είναι μπούφος. Η απορία λύθηκε, διότι όπως λένε και τα επιστημονικά τα σωστά βιβλία, ο μπούφος μιμείται. Κάτι σαν τον παπαγάλο δηλαδή.

Ο μπούφος και η παρέα του ζούσε σε μία παραλιακή περιοχή του Κορινθιακού κόλπου. Το καλοκαίρι κυκλοφορούσε με κοντομάνικο πουκάμισο και γραβάτα. Τα χρώματα ήταν πάντα αταίριαστα και το λουκ συμπλήρωνε η καφέ τσάντα, τύπου δασκαλάκου. Ήταν παντρεμένος αλλά τελικά η γυναίκα του κατάλαβε ότι πιάστηκε κορόιδο. Ζούσαν κανονικά στο σπίτι αλλά εκείνος κοιμόταν στο σαλόνι κι εκείνη στην κρεβατοκάμαρα. Ήταν σε διάσταση αλλά δεν είχαν προχωρήσει τη νομική διαδικασία. Σεξ μηδέν. Το παράπονο του Κώστα.

Μια μέρα αποφάσισε να αγοράσει αυτοκίνητο. Μέχρι τότε κυκλοφορούσε με ένα Garelli, ναι αυτό με τα πετάλια. Πήγε στην Πάτρα και πήρε ένα Alfa 33 1700 κυβικά. Τον προειδοποίησαν οι φίλοι του για τη δύναμη του αυτοκινήτου, αλλά ως μπούφος απαντούσε «ξέρω, ξέρω». Η ώρα πέρναγε και η παρέα περίμενε το μπούφο. Κάποια στιγμή, εμφανίζεται με το Garelli και κάτι επιδέσμους στο κεφάλι.

  • Που είσαι ρε Κώστα; Το πήρες το αμάξι;
  • Το πήρα ρε.
  • Και που είναι το αμάξι ρε Κώστα;
  • Τούμπαρα…

Ναι, είχε τουμπάρει. Προσπάθησε να πάρει μία στροφή πατημένος δίπλα στην ακροθαλασσιά. Όπως ήταν αναμενόμενο έφυγε από το δρόμο και επειδή η ακτή ήταν δυο μέτρα κάτω από το δρόμο, ο Κώστας έκανε σάλτο μορτάλε. Το αμάξι έπεσε με τη μούρη στην ακτή, ισορρόπησε για 2 δευτερόλεπτα εντελώς κάθετο και μετά γυρνάει ανάσκελα πέφτοντας με θόρυβο. Αρχίζει να μπάζει νερό από τα ανοιχτά παράθυρα. Η οροφή γέμισε θαλασσινό νερό. Πρώτη φορά πλημμύρησε αμάξι χωρίς να βραχεί το πάτωμα. Ευτυχώς είχαν φύγει οι λουόμενοι 10 λεπτά πριν.

Η παρέα έμεινε ξερή. Μπήκανε στην καφετέρια όλοι μαζί και τον βρίζανε όλη την ώρα. Ξαφνικά ακούνε φασαρία από απέξω. Βγαίνουν έξω και τι να δουν; Το σκουπιδιάρικό είχε πατήσει το Garelli και το είχε τσαλακώσει στην κυριολεξία. Ο μπούφος προσπάθησε να το βάλει μπρος και τελικά πήρε. Ξεκινάει όλο τσαντίλα να φύγει αλλά κουνιόταν ολόκληρος επειδή είχαν στραβώσει η ζάντες. Λες και χόρευε μακαρένα ήταν. Δεν ήταν η μέρα του αλλά η νύχτα του θα ήταν χειρότερη.

Αποφασίζουν να πάνε στο σπίτι. Δίνουν ραντεβού όλοι μαζί, αφού προμηθευτούν κρασιά, ξηρούς καρπούς, μεζέδες και μπάφους. Έλα ντε που βρίσκουν τη γυναίκα του στο δρόμο και στήνουν τη φάρσα! Εκείνες τις μέρες, η γυναίκα του φιλοξενούσε δύο φίλες της από την Αθήνα. Η παρέα προσπαθούσε να τον πείσει ότι είναι και οι τρεις λεσβίες. Σχεδόν το πίστευε. Ειδικά από τότε που η γυναίκα του έκοψε το σεξ μαζί του, ήταν σχεδόν σίγουρος.

Τη δουλειά την έκλεισε ο Στέλιος (μηχανικός) με τον Γιάννη (καρδιολόγος). Η γυναίκα του και οι φίλες συμφώνησαν.

Μαζεύτηκαν λοιπόν στο σπίτι του μπούφου και άρχισαν τα κρασιά. Οι τρεις γυναίκες στην κρεβατοκάμαρα έβλεπαν τηλεόραση. Η παρέα στο σαλόνι τσούγκριζε τα ποτήρια με ταχύ ρυθμό. Κάποια στιγμή βγαίνει ο μπάφος. Και μετά άλλος μπάφος. Μετά κρασί. Μετά ξανά μπάφος. Το γέλιο πήγαινε σύννεφο. Δεν σταματούσαν να γελάνε. Οι ξηροί καρποί τους έπεφταν από το στόμα. Και μετά γίνεται το μπαμ.

Σκάνε μύτη στο σαλόνι οι τρεις γυναίκες τσίτσιδες και αρχίζουν να χαϊδεύουν το μπούφο. Στήνουν εικονικό καυγά με ξεμάλιασμα για το ποια θα «πάει» με το μπούφο. Στο σπίτι γίνεται της τρελής. Ο καρδιολόγος ανεβάζει τέρμα τη μουσική και βάζει Joe Cocker. Αρχίζει να κατεβάζει το παντελόνι, σταματάει όμως και πετάει την ιδέα. Ο μπούφος θα κάνει το στριπτιζ. Ένα τεράστιο ΝΑΙΙΙΙΙΙ ακούστηκε από όλους. Ο καρδιολόγος πρότεινε να ανέβει πάνω στο καναπέ για να τον βλέπουν όλοι. Εν τω μεταξύ στήνεται άλλος ένας μπάφος. Αυτός είναι μεγάλος με τρία φύλλα και είχε μπροστά μια μπάλα. Τον έφτιαξε ο Νικηφόρος. Του το είχε δείξει ένας Ιταλός το καλοκαίρι. Τον ανάβουν κι αυτόν και μόλις πήρε μπροστά για τα καλά τον δίνει στο μπούφο. Μπάφος τριαξονικός στα χέρια ξεβράκωτου Μπούφου. Οι άλλες έχουν πάρει το ψαλίδι και αρχίζουν και του κόβουν το σώβρακο αργά και βασανιστικά. 

Κάποια στιγμή ακούγεται το σχρατς και νάτο το μπουφάκι. Όλοι ξεσπούν σε χειροκροτήματα αλλά στο τέλος έγινε η αναμενόμενη στραβή. Ξεκόλλησε η καύτρα που είχε διατομή 3 εκατοστά και πέφτει πάνω στο μπουφάκι. Ο μπούφος αρχίζει και φωνάζει και ο Νικηφόρος αδειάζει το ποτήρι με το κρασί πάνω στο μπουφάκι. Μετά η καύτρα έπεσε στον καναπέ και άνοιξε μία τρύπα όσο ένα ποτήρι. Η γυναίκα του αρχίζει τσίτσιδη να ουρλιάζει για τον καναπέ ο οποίος σιγοκαίγεται και αχνίζει. Ο άλλος ουρλιάζει για το μπουφάκι. Τσίτσιδος εκείνος, τσίτσιδη κι εκείνη. Το απόλυτο χάος. Εν τω μεταξύ ο καναπές να μην σβήνει με τίποτα. Η κάπνα έχει πνίξει το σαλόνι. Και ακούγεται η ιδέα. Φέρτε λίγο χοιρινό να φτιάξουμε σύγκλινο. Χάος. Αφού έβγαλαν τον καναπέ στο μπαλκόνι έφυγαν στη ζούλα.

Την άλλη μέρα ο μπούφος πήρε αναρρωτική. Τότε η παρέα κατάλαβε ότι ο μπάφος επιδρά στα εγκεφαλικά κύτταρα, εφόσον υπάρχουν. Ο μπούφος δεν είχε καμία διαφορά. Ίδιος πριν, ίδιος μετά.

Ο καναπές σταμάτησε να αχνίζει την άλλη μέρα. Ήταν στημένος όρθιος στο μπαλκόνι. Είχαν μείνει μόνο τα ελατήρια και η μαυρίλα στο ταβάνι του μπαλκονιού.

Ήταν ίσως η καλύτερη βραδιά μας και για αυτό τσοντάραμε όλοι για του πάρουμε άλλο καναπέ. Γιατί ο καναπές του φίλου μας δεν ήταν  καναπές. Ήταν το κρεββάτι του…