Φρέσκα

H χαμένη ουτοπία του…Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι…

Ήταν Ρώσος ποιητής Φουτουριστής, Ουκρανικής καταγωγής. Ο πατέρας του ήταν ευγενικής Κοζάκικης καταγωγής δασοφύλακας κι η μητέρα του ήταν από την Ουκρανία. Τα πρώιμα νεανικά του χρόνια ήρθε σε επαφή με τις ιδέες του σοσιαλισμού κάτι που επηρέασε ιδιαίτερα το χαρακτήρα του και την δράση του. Ύστερα από το θάνατο του πατέρα του τα οικονομικά της οικογένειας έπεσαν σε δυσμένεια, αδυνατώντας να πληρώσει τα δίδακτρα του σχολείου ο Μαγιακόφσκι αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του. Την ίδια εποχή στράφηκε προς την αποκαλούμενη Mαρξιστική Λογοτεχνία και το Ρώσικο Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Κόμμα των Εργαζομένων, ενώ υπήρξε και μέλος των Μπολσεβίκων. Όντας νεαρός και θερμόαιμος σε μια ταραγμένη εποχή  δραστηριοποιείται πολιτικά, διώκεται για ανατρεπτική πολιτική δράση και φυλακίζεται. Μέσα στα κρατητήρια της φυλακής το 1909 γράφει το πρώτο του ποίημα το οποίο στην πορεία βρήκε ψευτοεπαναστατικό  και κλαψιάρικο. Άλλα ποιήματα  του που γράφτηκαν  μέσα στη φυλακή θα κατασχεθούν από τις αρχές. Το 1911 στην Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας  έρχεται σε επαφή με το κίνημα του Φουτουρισμού που δρα καταλυτικά πάνω του. Τώρα πια είναι ένας Φουτουριστής του Μαρινέτι.

Το 1915 γνωρίζεται με τη Λίλυ Μπρικ την γυναίκα του εκδότη του και την ερωτεύεται κεραυνοβόλα. Εκείνη θα ανταποκριθεί στον έρωτα του όμως κάτι την κρατάει πίσω, αγαπάει εξίσου τον Μαγιακόφσκι και τον άντρα της, Οσίπ Μπρίκ.  Στην αρχή συνεργάζονται κάτω από τις επιταγές των «κομουνιστών-φουτουριστών» όμως τα πράγματα  γίνονται όλα και πιο περίπλοκα. Ο έρωτας του για την Λίλυ είναι καταλυτικός, ολοκληρωτικός κι  ανυπόμονος.  Εκείνη προσπαθεί να ζήσει ανάμεσα σε δύο άντρες. Κάποια στιγμή προσπαθούν να ζήσουν και οι  τρεις τους μαζί αλλά είναι αδύνατο να τα καταφέρουν! Η Λίλυ Μπρικ τους αγαπούσε και τους δύο στον ίδιο βαθμό. Ο Μαγιακόφσκι καταρρακώνεται από την προσπάθεια αυτή. Ο  έρωτας του για την Λίλυ που δεν είναι ολοκληρωτικά δικιά του επηρεάζει έντονα την ψυχική του υγεία. Ταυτόχρονα εκμεταλλευόμενος  τις διασυνδέσεις των Μπρικ και τη δική του επιρροή πάνω στο νέο καθεστώς μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο. Σε ένα ταξίδι του στην Αμερική θα γνωρίσει την Έλι Τζόουνς με την οποία θα αποκτήσει ένα παιδί εν αγνοία του στην αρχή. Την ίδια εποχή ζει έναν παθιασμένο έρωτα με την Τατιάνα Γιάκόβλεβα, μια ρωσίδα εμιγκρέ, την οποία ζητά να παντρευτεί όμως εκείνη αρνείται. Θα της αφιερώσει το ποίημα  Γράμμα στην Τατιάνα Γιακόβλεβα.

Με την έκρηξη της Οκτωβριανής Επανάστασης, ο Μαγιακόφσκι υποστήριξε με πολλούς τρόπους το νέο καθεστώς: Έγραφε στρατευμένα ποιήματα –Ωδή στην Επανάσταση, Αριστερή Πορεία– άρθρα, βιβλία για παιδιά και ζωγράφιζε αφίσες και σκίτσα, τα οποία συνόδευε με στίχους και συνθήματα. Το 1924 έγραψε μία ελεγεία 3.000 στίχων για το θάνατο του Λένιν.

Ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι αυτοκτόνησε στις 14 Απριλίου του 1930, μετά από προσωπικά και επαγγελματικά προβλήματα αλλά και απογοητευμένος από την άρνηση των αρχών να του επιτρέψει να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Η σφαίρα τον βρήκε ξαπλωμένο στο γραφείο του, στο σπίτι της οδού Λιουμπιάνκα, που σήμερα έχει μετατραπεί σε μουσείο. Τα τελευταία τρία χρόνια της ζωής του εξέδωσε δύο θεατρικά έργα, τον Κοριό και το Λουτρό, ασκώντας κριτική στη σοβιετική γραφειοκρατία και τη νομενκλατούρα.

«Σε όλους Για το θάνατό μου μην κατηγορήσετε κανένα και παρακαλώ να λείψουν τα κουτσομπολιά. Το απεχθανόταν αυτό φοβερά ο μακαρίτης. Μητέρα, αδελφές και σύντροφοι, συγχωρέστε με –αυτός δεν είναι τρόπος- (δεν τον συμβουλεύω σε άλλους) μα δεν έχω διέξοδο. Λίλια αγάπαμε Συντρόφισσα κυβέρνηση, η οικογένειά μου είναι η Λίλια Μπρικ, η μητέρα, οι αδελφές και η Βερόνικα Βιτόλοτοβα Πολόνσκαγια. Αν τους εξασφαλίσεις μια υποφερτή ζωή, ευχαριστώ. Τ’ αρχινισμένα ποιήματα δώστε τα στους Μπρικ. Αυτοί θα τα ξεδιαλύνουν. «Το επεισόδιο θεωρείται λήξαν» καθώς λεν και εμείς ας πούμε τη βάρκα του έρωτα τη συνέτριψε η ζωή. Είμαστε πάτσι τώρα οι δυό μας και δεν έχει νόημα να καταγραφούνε κάθε αμοιβαίος πόνος, συμφορά και προσβολή. Να ‘στε καλά. Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι Υστερόγραφο 12.IV.30 Σύντροφοι της ΡΑΠΠ. Μη με θεωρήσετε λιγόψυχο. Σοβαρά, τίποτα δεν μπορεί να γίνει. Γειά σας. Πέστε του Γιερμίλοφ, λυπάμαι που έβγαλα το σύνθημα, έπρεπε να συνεχίσω τον καυγά ως το τέλος. Β.Μ. Στο τραπέζι μου είναι 2.000 ρούβλια – δώστε τα στην Εφορία. Τα υπόλοιπα πάρτε τα απ’ τις Κρατικές Εκδόσεις. Β.Μ.»

Read more at: http://www.literature.gr/