Φρέσκα

Αληθινές ιστορίες…Η γυναίκα του Βασιλάκη

του VIX

Ο Βασιλάκης δεν ήταν στην κλειστή παρέα. Από σπόντα λόγω γυναίκας. Μία κοντούλα τσαχπίνα με μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της και μικρή για το Βασιλάκη. Μας τη γνώρισε.

– Ωραία είναι ρε Βασιλάκη. Είσαι σίγουρος.

– Ναι ρε. Μια χαρά κορίτσι είναι. Από σπίτι.

– Ρε Βασιλάκη, από σπίτι είναι όλες. Σε τσαντίρι λίγες. Είσαι σίγουρος.

– Αντε ρε. Παράτα με. Το λες για να μου την πεις.

– Ασε εμένα ρε Βασιλάκη. Αλλά στο ξαναλέω, είσαι σίγουρος;

Παντρεύεται ο Βασιλάκης. Η παρέα στο περιθώριο δεν είχαμε και πολλά πολλά και δεν μας κάλεσε. Ντάξει, δεν τρέχει τίποτα. Εμείς δεν έχουμε καμία όρεξη να φοράμε κουστούμια και να περιμένουμε στη χαιρετούρα.

Εγκυος ο τσαχπίνα. Παλάβωσε. Αγάμητος ο Βασιλάκης για μήνες. Εμφανίζεται για καφέ σαν δραπέτης.

– Τι έγινε ρε Βασιλάκη; Πώς από δω;

– Τι θες ρε τώρα;

– Πες μας κανά νέο. Τι λέει ο έγγαμος βιος;

– Είναι έγκυος. Κομμένο το κοκό.

– Αααα. Νταξ ρε Βασιλάκη. Δεν είσαι ο μόνος.

Γεννάει η τσαχπίνα. Ο Βασιλάκης οπλίζει και τροχίζει το εργαλείο. Αμ δε! Η τσαχπίνα έχει θέμα. Δεν μπορεί λέει. Έχει ψυχολογικά. Η εγκυμοσύνη την έχει πειράξει λίγο. Κάνε υπομονή του είπε. Ξανά ο Βασιλάκης σε εμάς.

– Νάτος πάλι.

– Ελα κόφτο τώρα. Είμαι σε περίεργη φάση.

– Δηλαδή;

– Δεν μου κάθεται ρε συ.

– Τι εννοείς δε σου κάθεται;

– Από τον 2 μήνα που το πήραμε γραμμή ότι είναι έγκυος τέλος. Το παιδί είναι 6 μηνών και δεν θέλει με τίποτα. Έχει κατάθλιψη.

– Ρε Βασιλάκη μπας κι έχει γκόμενο και σε δουλεύει.

– Τι να φτα που λες; Αποκλείεται…

– Ρε Βασιλάκη θα στο πω στα ίσα. Αυτή θα το κάνει με έναν περαστικό μα με σένα όχι.

– Είσαι μαλάκας.

– Καλάαααα… Εγώ είμαι φίλος σου.

Πέρασαν δύο χρόνια. Μπαίνω στον τοίχο στο φουμπου του Βασιλάκη και τι να δω; Τραγούδι από γιουτουμπ “δυο χρόνια έχω να γαμήσω”. Τηλεφωνώ.

– Πόσο μαλάκας είσαι;

– Ελα ρε. Κόφτο.

– Λοιπόν θα στο πω γιατί το κρατάω.

– Μη μου πεις ότι την πήρες κι εσύ;

– Όχι ρε. Απλά να ξέρεις ότι ένα βράδυ είχε πάει σε μπάτσελορ γυναικών σε στριπάδικο.

– Ναι το ξέρω. Δεν έγινε τίποτα εκεί. Βλακείες.

– Σου στέλνω φωτό τη δικιά σου με το παλαμάρι στο στόμα.

Δεν τον ξαναείδα ποτέ.