Φρέσκα

Ιστορίες για την ποίηση (47)

Ο Γεώργιος Σουρής … «Για την Πλάκα» και την Αθήνα

 

Η Πλάκα πάλαι ήτον
Εστία των χαρίτων
Και των ευπατριδών
Στην Πλάκα μόνον είναι
Αι αληθείς Αθήναι
Των Πεισιστρατηδών.

Μα τώρα ποιος το ξέρει
Αν των σοφών τα μέρη
Δεν είναι καπηλειά,
Κι οι βλάμηδες με γέλια
Αδειάζουνε βαρέλια
Και παίζουνε βιολιά;


Απ’ την παληά σου εποχή τίποτε δε σου μένει
Και κάθε μέρα κι από μια ανάμνησίς σου σβύνει,
Οι πιο αρχαίοι κάτοικοι περνούνε πια για ξένοι
Κι ένα σπιτάκι σου μικρό ολόρθο δε θα μείνει.

Και θαύμα πώς εσώθησαν μέσα στα τόσα νέα
Οι άγιοι Θεόδωροι και η Καπνικαρέα.

Φαντάζομαι τον πληθυσμόν δεκαπλασιασμένον
Τον Πειραιά να ενωθή με την κλεινήν Παλλάδα
Τον σύμπαντα Ελληνισμό εδώ συγκεντρωμένον
Και ούτε ένα κάτοικον εις την λοιπήν Ελλάδα.

Να μην υπάρχουν Θεσσαλοί, Κρήτες, Μυτιληναίοι
Και να γενούμε όλοι μας πολίται Αθηναίοι.


Πλατεία Ομονοίας –Τι πρίμαις! Τι τενόροι!
Τι όμορφα κομμάτια και τι σουλατσαδόροι!
Πηγαίνει τόσος κόσμος το θέαμα να ίδη
και σπρώχνεται και σπρώχνει και γίνεται μουσκίδι.

Και όσοι δεν καθίζουν δι’ έλλειψιν χρημάτων,
όρθιοι απολαμβάνουν των πέριξ θεαμάτων.
Απάνω κάτω τρέχουν με δίσκους τα γκαρσόνια
και πέφτουν κάπου κάπου και μερικά κανόνια.

Τουτέστιν μ’ άλλους λόγους μες στο πολύ ασκέρι,
μέσα στων καφενείων το τόσο νταραβέρι
μες στις φωναίς, στα πιάνα, στους κρότους, στην κουβέντα,
ξεχάνουν να πληρώσουν πολλοί τα τραταμέντα.

1 Trackback / Pingback

  1. Ιστορίες για την ποίηση (47) – Oxtapus *blueAction

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.