Η καλύτερη κρυψώνα
Στέλλα Τζανετή.
Υπάρχουν λίγες καλές κρυψώνες στον κόσμο τούτο που να μπορεί κανείς να κρυφτεί με ασφάλεια και μία από αυτές είναι το πατρικό του σπίτι. Εκεί που υπάρχει ακόμα ο αντίλαλος από τις παιδικές φωνές, τα παιδικά του γέλια, τα παιχνίδια με τα αδέρφια του, οι ζεστές αγκαλιές των γονιών του, τα μυστικά που κουβαλάνε οι τοίχοι και τα αντικείμενα. Το φαγητό της μαμάς, ο τρόπος που στρώνεται το τραπέζι και που μυρίζει όλη η ατμόσφαιρα.
Εκεί έτρεξα να «κρυφτώ» και εγώ σήμερα. Εκεί που είναι ακόμα ζωντανή μέσα μου η εικόνα ενός μικρού κοριτσιού να πατάει με τις μύτες των ποδιών της πάνω στα πόδια του μπαμπά της που την χορεύει σε όλο το σπίτι.
Εκεί για να μαζέψω δυνάμεις, να ξαναθυμηθώ ποια είμαι και πως μεγάλωσα… Εκεί που τα νέα δεδομένα της ζωής μας φαντάζουν μακρινά, εξωτικά σχεδόν στα μάτια του μικρού παιδιού που κρύβεται ακόμα στο παιδικό μου υπνοδωμάτιο.
Κάπως περίεργα, αλλά όμορφα γιορτάσαμε σήμερα τα γενέθλια του Δημητράκη μας. Εγώ, η μάνα μου και αυτός, φιγούρες αγαπημένες, αγνές, με μπέσα. Τα ήπιαμε, ακούσαμε μουσικές, χόρεψε η μάνα μου ένα λεβέντικο ζεϊμπέκικο κι ας είναι γυναίκα. Έμεινα εγώ να την κοιτάζω με χαμόγελο και μια αμηχανία για το θάρρος της να χορεύει κόντρα σε αυτά που της έφερε η ζωή. Να γλεντάει τον πόνο της πως το λένε…
Μείον ένας σε αυτό το σπίτι… χωρίς τη θέληση του. Απών; Ποτέ! Ποτέ γιατί ότι ξεκινάει τελειώνει με εκείνον. Μια κουβέντα, μία ανάμνηση, το χαμόγελο του και αυτό το φωτεινό του βλέμμα μέσα από το οποίο ξεπηδούσαν πάντα όνειρα. Περιέργως όλο και πιο πολλά όσο μεγάλωνε.
Από αυτόν πήρα και αυτό το ιερό δίδαγμα. Ζήσε!!!! Και έτσι έμαθα να απολαμβάνω τις στιγμές και να πείθω τον εαυτό μου ότι είναι ακόμα νωρίς και προλαβαίνω να αλλάξω την ζωή μου και να την κάνω όπως την ονειρεύομαι…
