Κάμενικ
Σαπρίκης Χρίστος

~~~
«Φρονίμεψαν οι βουνοκορφές
απ’ την πολλή μοναξιά
Αετός τις εγκατέλειψε
κι έτσι μοιάζουν αμάλαγη
σπηλιά
που χόρτασε τον ήλιο
προτού ανθήσει ο ήλιος στη σκιά.» [1]
~~~
– Αύριο θα ανέβουμε στον Γράμο, στην κορυφή Κάμενικ. Είναι δυο κορυφές η μια δίπλα στην άλλη. Η μια ελληνική στα 2.080 μέτρα, η άλλη αλβανική στα 2.044.
– Το όνομά της είναι σλαβικό. Σημαίνει αυτός που επεξεργάζεται την πέτρα.
– Στο Κάμενικ έγινε η τελευταία μάχη του Εμφυλίου στις 29 Αυγούστου του ’49. Λένε πως η κορυφή του άλλαξε μορφή απ’ τους συνεχόμενους βομβαρδισμούς.
~~~
«…Μιλάτε, δείχνετε πληγές αλλόφρονες στους δρόμους
Τον πανικό που στραγγαλίζει την καρδιά σας σα σημαία
Καρφώσατε σ’ εξώστες, με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμα
Η πρόγνωσίς σας ασφαλής: Θα πέσει η πόλις.» [2]
~~~
– Ξεκινάμε απ΄ τα Λουτρά του Αμάραντου και σε 4 -5 ώρες χαλαρά θα φτάσουμε στην κορυφή. Θα επιστρέψουμε απ’ την άλλη πλευρά του βουνού και πάμε κατευθείαν για ένα ατμόλουτρο.
– Στα Λουτρά του Αμάραντου δεν αναβλύζει ιαματικό νερό, αλλά από ρήγματα στον βράχο ξεχύνεται ζεστός ιαματικός ατμός.
~~~
«…βουνά της γης αυτής ελληνικά,
διάφανα, καθαρά, πελεκημένα
από τεχνίτη χέρια γνωστικά
σα μετρημένα αγάλματα ένα ένα,» [3]
~~~
– Είναι πολύ δασωμένη η πλαγιά, απλωνόμαστε για να βρούμε το επόμενο σημάδι για το μονοπάτι.
– Εδώ πρέπει να ήταν κάποιο οχυρό.
– Κι εδώ άλλο ένα. Όλος ο Γράμμος είναι διάσπαρτος με υπολείμματα οχυρώσεων.
-~~~
«Εκεί, προσεχτικά, σε μια γωνιά, μαζεύω με τάξη,
Φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιο…» [2]
~~~

~~~
– Δηλαδή τώρα είμαι με το ένα πόδι στην Ελλάδα και με το άλλο στην Αλβανία;
– Βλέπεις τα σύνορα στους χάρτες, έντονες κόκκινες γραμμές σαν τείχη και μόλις φτάνεις εκεί καταλαβαίνει ότι είναι απλά μια γραμμή στο χαρτί. Από εδώ τα δικά μας, από εκεί τα δικά τους.
– Μου έλεγε η κυρία που δουλεύει στα λουτρά ότι περπατάει δυο ώρες ανάμεσα στα βουνά, περνάει στην Αλβανία στο χωριό της και επιστρέφει μετά από δυο μέρες ξανά εδώ. Κάθε 15-20 μέρες η ίδια διαδρομή.
– Και να σκεφτείς πριν μερικά χρόνια όλη η περιοχή ήταν γεμάτη φυλάκια και συρματοπλέγματα. Τώρα τα τρώει η σκουριά και η εγκατάλειψη.
~~~
«Δε δέχουμαι τα σύνορα,
δε με χωρούν τα φαινόμενα,
πνίγομαι.
Ο νους βολεύεται, έχει υπομονή, του αρέσει να παίζει,
μα η καρδιὰ αγριεύει,
δεν καταδέχεται αυτὴ να παίξει,
πλαντάει και χιμάει να ξεσκίσει το δίχτυ της ανάγκης.» [4]
[1] Γιώργος Σαραντάρης, Φρονίμεψαν οι βουνοκορφές
[2] Μανόλης Αναγνωστάκης, Η συνέχεια, Κι ήθελε ακόμη
[3] Κωστής Παλαμάς, Το τραγούδι των βουνών
[4] Νίκος Καζαντζάκης, Ασκητική
