Φρέσκα

Μικρές Ιστορίες Τέχνης – 7. Ένα μπαρ στα Folies-Bergère, Édouard Manet

της Αλεξάνδρας Λαμπροπούλου

Ο Μανέ(1832-1883) ακροβατούσε πάντα μεταξύ της αστικής του προέλευσης και της λαϊκής συναναστροφής, της αλληγορίας του μύθου της κλασικής εποχής και της καθημερινής ζωής, της επίσημης ακαδημίας καλών τεχνών που προτιμούσε να εκθέτει τα έργα του και των ανεξαρτήτων καλλιτεχνών, των ιμπρεσιονιστών.

Ο ίδιος δεν συμπεριέλαβε ποτέ εαυτόν μεταξύ των ιμπρεσιονιστών, παρόλο που τα τελευταία του έργα είναι επηρεασμένα από τη νέα εκείνη τάση ή αλλιώς αυτοί επηρεάστηκαν απ’ το δικό του έργο. Θεωρούσε αρχικά ότι οι πίνακες του Μονέ ήταν εξοργιστικά κακέκτυπα της δικής του τεχνοτροπίας, ως και την υπογραφή του τη θεωρούσε αντίγραφο. Ήταν σχεδόν μια δεκαετία μεγαλύτερος της παρέας των ιμπρεσιονιστών (Monet, Renoir, Sisley, Cezanne, Degas) και το έργο του ουσιαστικά γεφυρώνει τον αυστηρό ρομαντισμό που κυριαρχούσε μέχρι τότε με τον μοντέρνο ιμπρεσιονισμό.

Τακτικός θαμώνας των café, brasseries και των cabarets του Παρισιού, οι πίνακές του με αυτό το θέμα είναι στιγμιότυπα της μοντέρνας ζωής των αστών και των απλών ανθρώπων, μακριά από τη συμβατική μέχρι τότε πραγματικότητα και τους αυστηρούς κοινωνικούς κανόνες. Άνθρωποι πίνουν μπύρα, καπνίζουν, ακούν μουσική, ή περιμένουν να σερβιριστούν, και γυναίκες «ελευθερίων ηθών» αναμειγνύονται με κυρίους. Ο Baudelaire τον είχε χαρακτηρίσει «Ζωγράφο της σύγχρονης ζωής» παρόλο που για τους πίνακές του τού ασκήθηκε σκληρή κριτική.

Προτιμούσε το θρυλικό café Guerbois της παρέας των ιμπρεσιονιστών, την Brasserie de Reichshoffen ή τα bars στα Folies Bergère. Του άρεσε η ατμόσφαιρα  αυτών των χώρων και συνήθιζε να σκιτσάρει ότι του τραβούσε την προσοχή. Προτιμούσε να τελειώνει τα έργα του στο στούντιό του παρόλο που τότε επικρατούσε οι ζωγράφοι να δημιουργούν en plein air.

Στο Guerbois ένα απόγευμα χαστούκισε το φίλο του και κριτικό τέχνης Louis Edmond Duranty για ένα υποτιμητικό σχόλιο που έγραψε για δύο πίνακές του και τον κάλεσε σε μονομαχία για την επόμενη Κυριακή στο δάσος του Saint Germain. Έχοντας στο πλάι του τον Emile Zola, τα ξίφη λύγισαν από τη σφοδρή μάχη και ο Duranty τραυματίστηκε στο δεξί στήθος. Βλέποντας την πληγή ο Μανέ θεώρησε ότι η τιμή του είχε αποκατασταθεί οπότε το γεγονός θεωρήθηκε λήξαν. Άλλωστε οι κύριοι τότε έτσι έλυναν τις διαφορές τους.

Από αυτούς τους πίνακες του ο “Ένα μπαρ στα Folies-Bergère” θεωρείται ο τελευταίος σημαντικός του. Ήδη έπασχε από σύφιλη, απ’ την οποία και πέθανε δύο χρόνια μετά, στα πενηνταένα του χρόνια.

Ο Μανέ, εν ζωή, υπήρξε αμφιλεγόμενος καλλιτέχνης, ίσως γιατί στάθηκε μεταξύ του κόσμου που έσβηνε και ενός καινούργιου που ανέτειλε. Οι πίνακες του για την μοντέρνα ζωή ήταν αποτέλεσμα του καλειδοσκοπίου με το οποίο κοιτούσε τον κόσμο, κι αυτό δεν ήταν άλλο από την προσωπικότητα και τα ενδιαφέροντά του. Συνήθιζε να λέει άλλωστε «Ζωγραφίζω ότι βλέπω και όχι ότι οι άλλοι θέλουν να δουν».