Φρέσκα

εδώ είναι βαλκάνια 14…με τον οικουμενικό Πετρολούκα Χαλκιά

Το όνομά του είναι θρυλικό όσο και οικείο στους απανταχού Ηπειρώτες αλλά και στους λάτρεις της ελληνικής παράδοσης. Ο Πετρο-Λούκας Χαλκιάς, γέννημα-θρέμμα Ηπειρώτης, διαθέτει τέχνη, ύφος, λυρισμό και σπάνια δεξιοτεχνία. Πέρα από το «φυσικό» του χώρο, το πάλκο, στις πλατείες των χωριών δεν δίστασε να παίξει ηπειρώτικους σκοπούς με Ινδούς μουσικούς και Αφρικανούς τζαζίστες, συνοδεία οργάνων με ονομασίες όπως μπανσούρι και μάλι-κόρα, που και ο ίδιος ακόμα δυσκολεύεται να προφέρει. Με το κλαρίνο του «κεντάει» για τουλάχιστον 65 χρόνια στα πανηγύρια, στις συναυλίες, σε κάθε είδους εκδηλώσεις οι οποίες μετατρέπονται σε ευκαιρία για φαγοπότι και γλέντι μέχρι τα ξημερώματα. Το παίξιμό του ξεχωρίζει, αφήνει τη δική του σφραγίδα, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο για την εποχή μας. Και σήμερα, στα 80 χρόνια του, κουβαλάει στις αποσκευές του μια συλλογή μοναδικών στιγμών και ήχων, με μια μανιώδη προσήλωση στην αυθεντική ελληνική παράδοση, αφήνοντας ωστόσο ανοιχτό το παράθυρο στο καινούργιο και στο διαφορετικό. Γεννήθηκε το 1934 στο Δελβινάκι της Ηπείρου, λίγα χιλιόμετρα από τα ελληνοαλβανικά σύνορα. Εδώ και πέντε γενιές, από πάππου προς πάππου, η οικογένειά του βγάζει απαραιτήτως τουλάχιστον ένα. κλαρίνο. Έτσι και ο ίδιος έβγαλε το γιο του κι αυτός με τη σειρά του τον εγγονό Πέτρο Χαλκιά.

Να τι λέει ο ίδιος: …

Όταν ήμουν πολύ μικρός, έντεκα χρονών, ο πατέρας μου με πήγε σε ένα γκαράζ στα Γιάννενα για να μάθω μηχανικός αυτοκινήτων. Όμως εγώ δεν καταλάβαινα τίποτα. Βρήκα ένα ξύλο, κάνω έξι τρύπες και χωμένος σε ένα λάκκο αρχίζω να φυσάω μέχρι να σκάσω. Δεν ήθελα να σταματήσω. Αντί για σπατάλη της αναπνοής, αυτό για μένα ήταν το οξυγόνο μου…Το έχω ξαναπεί, το κλαρίνο δοξάζει το μεγαλείο της ψυχής…

Ξενιτεύτηκα όπως και πολλοί άλλοι συντοπίτες μου στην Αμερική. Οι Ηπειρώτες ξέρουν καλά τι θα πει ξενιτιά. Έμεινα είκοσι χρόνια στη Νέα Υόρκη. Έφτιαξα το δικό μου μαγαζί, παρέα πάντα με το κλαρίνο. Έπαιζα σκάρο στους ξένους, ηπειρώτικα μοιρολόγια χωρίς καμία προσπάθεια να τα μεταλλάξω. Έπαιζα όπως τα ήξερα από το ’60. Όπως τα είχα μάθει στον τόπο μου. Στο μαγαζί ερχόντουσαν μαύροι, κίτρινοι, άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο και μου ζητούσαν να παίξω κλαρίνο αληθινό. Πέστε του να παίξει εκείνα τα ηπειρώτικα» έλεγαν στους σερβιτόρους.

Άκουγαν σιωπηλοί κι έκλαιγαν…
.

..Το κλαρίνο συγκινεί. Οι ήχοι της Ηπείρου κλείνουν μέσα τους τον άνθρωπο και τα αισθήματά του. Την ψυχή του… Κλαίμε από χαρά αλλά και από λύπη και το κλαρίνο ξέρει πώς να τα διηγείται όλα αυτά. Όσο περνούν τα χρόνια τόσο πιο βαθιά μπαίνω στην ουσία του κλαρίνου. Κάθομαι και φέρνω στο μυαλό μου, στα 70 μου χρόνια σήμερα, την εποχή των 18 μου χρόνων. Μαζί με τις αναμνήσεις έρχονται ήχοι τους οποίους αναπαράγω διαφορετικά, ανάλογα με το περιβάλλον μέσα στο οποίο βρίσκομαι. Δεν παίζω ποτέ το ίδιο κομμάτι… Αυτό είναι το παράξενο σε μένα. Αυτοσχεδιάζω ανάλογα με το περιβάλλον μέσα στο οποίο βρίσκομαι. Το μάτι μου και η σκέψη μου συνεργάζονται. Μπορεί να μη βλέπω τους ανθρώπους που έχω μπροστά μου στα μαγαζιά ή στις συναυλίες. Όμως καταλαβαίνω πώς νιώθουν. Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με τους διαφορετικούς μουσικούς αυτών των συναντήσεων. Αφήστε που η Ινδική μουσική είναι πολύ κοντά σε αυτή την συναισθηματική ένταση που βγάζει το κλαρίνο… .

..Γύρισα αρχές του ’80. Ήταν Σάββατο βράδυ στη Νέα Υόρκη κι άκουσα στο ραδιόφωνο ότι θα δινόταν μια συναυλία στην Αθήνα, στο Ολυμπιακό Στάδιο για τα θύματα ενός σεισμού. Θα πάω κι εγώ, είπα. Πήρα την άλλη μέρα το πρωί το κλαρίνο μου για να κάνω ένα – δύο τραγουδάκια κι εγώ γι’ αυτό τον ιερό σκοπό. Γύρισα στην Ελλάδα και πήγα να δηλώσω συμμετοχή. Κανείς δεν με γνώριζε. Έμαθα ότι το πρόγραμμα ήταν κλεισμένο. Δεν πειράζει, είπα στους διοργανωτές. Θα παίξω στο τέλος κι όποιος με ακούσει με άκουσε… Έτσι κι έγινε. Όταν τέλειωσαν όλοι, ανέβηκα στη σκηνή. Κανείς δεν με γνώριζε… Έπαιξα ένα σκάρο. Ο κόσμος άρχισε να φωνάζει: κι άλλο, κι άλλο… Πέταγαν τα παλτά τους στον αέρα… Θα γύριζα πίσω στην Αμερική αλλά ο κόσμος με κράτησε… Ξέρεις, αυτός που ξενιτεύεται γνωρίζει δύο πατρίδες και είναι δύο φορές δυστυχισμένος. Γιατί στην ουσία είναι χωρίς τόπο…