Λευτέρης Πούλιος…το ξωτικό της ποίησης
«Δεν υπάρχει τίποτα που να έχει απομείνει γερό. Και προσκυνούμε το αδειανό, το τιποτένιο…»
Ο Λευτέρης Πούλιος είναι ένας από τους πολυγραφότερους ποιητές μας από τη δεκαετία του ’60 μέχρι και σήμερα και βασικός εκπρόσωπος της «γενιάς» του ’70.
Σε ηλικία 17 ετών δημοσιεύει τα πρώτα ποιήματά του στην εφημερίδα Η Αυγή.Από το 1962 ως το 1969 εργάστηκε σε διάφορες χειρωνακτικές εργασίες (οικοδόμος, χρυσοχόος,κ.α). Το 1969 δημοσιεύει την πρώτη του ιδιωτική συλλογή Ποίηση 1.
Η ποίησή του βρίσκεται στον πυρήνα της αμφισβήτησης τόσο από άποψη θεματικής αλλά και ποιητικής, όπως αυτή υπηρετήθηκε από τη γενιά του σε όλα τα επίπεδα έκφρασής της.Με μια ματιά πρωτείκη, άδολη, αγνή, ερευνά τον κόσμο με τρόπο όχι απλά επιτιμητικό, αλλά με μια επαναστατική διάθεση και μια σαρωτική στη δημιουργία συλλογικής συνείδησης περί του δημοσίου και ποιητικού βίου. Σαφέστατα πολιτικός, ιδεαλιστής, λυρικός και ρεαλιστής ταυτόχρονα, επικός και βαθύτατα τραγικός στη βίωση και στην εκφορά του ποιητικού του λόγου, απόλυτα βιωματικός, μέτοχος εξαιρετικών υπερβατικών καταστάσεων.

…Θεέ
Όχι εσύ των παπάδων
Όχι εσύ των φαρισαίων
Όχι εσύ των αποκαμωμένων γραφών
Θεέ του ζώου που πέφτει ανύποπτο στο ηφαίστειο της δημιουργίας
Του αλήτη με την τρύπια κάλτσα
Του εργάτη με τα βλάστημα χείλη
Θεε δικέ μου έξω απ’το χρόνο έξω από συνήθεια και λογική
Θεέ μ’ένα σπασμένο κομμουνιστικό κόμμα στην άκρη της μύτης σου
Μ’ένα ντρίλινο παντελόνι που κατουράει στο πάρκο
Μ’ένα καπέλο γιομάτοβροχή
Με το περίστροφο του Μαγιακόβσκι στην τσέπη του σακακιού σου
Με τα δάχτυλα σου καμένα από πυρηνικές εκρήξεις
Με σαγόνι στραβό από χτυπήματα σφυριών
Με τσέπες δίχως πεντάρα
Με παπούτσια βουλιαγμένα στη λάσπη της αποτυχίας
Με μυαλά χτυπημένα από ηλεκτροσόκ
Με πλευρά φυματικού συρμένα σε μπουντρούμια φυλακών
Με την πείνα της Μπιάφρα στο στομάχι σου
Με καρφιά σ’όλο σου το σώμα
Θεέ με το θανατό σου γεμάτο λουλούδια
Και την αναστασή σου εν μέσω χιλιάδων τοξικομανών αγγέλων
Αόρατε και παντοτινέ
Τραγούδησε να πεις στη φτωχή σου ανθρωπότητα
Ένα “Γεννηθήτω φως”.
Ω ακαταπόνητε εργάτη του χάους αγρύπνα, αγρύπνα
μέσα στην ψυχή και μέσα στο σπέρμα
πάνω στης οικουμένης το τιμόνι
και μέσα μου αγρύπνα
δίδαξε μας γαλήνη
εσύ που σοφά μ’έχεις πλάσει χωρίς ποτέ να μάθω το λόγο…
Απόσπασμα από “ΟΡΑΜΑ ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ”( Ο ΓΥΜΝΟΣ ΟΜΙΛΗΤΗΣ)
O Λευτέρης Πούλιος σπάει την σιωπή του στην Καθημερινή στα πλαίσια του Θέματος της “Πατριδογνωσία”. Με λίγα λόγια μας δίνει μια άψογη εικόνα του Νεοέλληνα!
Της Αννας Γριμάνη
H ελληνικότητα είναι αίσθημα ή συνείδηση;
Εξαρτάται. Οσον αφορά εμένα, είναι και αίσθημα και συνείδηση. Η συνειδητότητα του ελληνισμού σε κάνει να δρας με σθένος. Ως στάση ζωής, όμως, η ελληνικότητα προϋποθέτει αγώνα για να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του. Και απορρέει από αυτό που λέμε συνείδηση. Το αίσθημα μυρίζει ρομαντισμό και μεγαλοποιεί τις λέξεις «πατρίδα», «θρησκεία», «ένδοξο παρελθόν». Τρεφόμαστε, δηλαδή, με τα ρόδα της αυταπάτης. Εγώ αισθάνομαι λιγότερο Ελληνας και περισσότερο πολίτης του κόσμου. Πατρίδα μου είναι ο άνθρωπος.
Τι πιο μικρό ελληνικό αγάπησα.
Τα μουρμούρικα τραγούδια και τη μυρωδιά του δέντρου λουίζα.
Η υπέροχη εκδοχή του Ελληνα.
Δεν βλέπω καμία. Παρά μόνο την υπεραισιόδοξη πλευρά τού τίποτα. Η προσφορά των Ελλήνων στον πολιτισμό είναι τεράστια – αυτό είναι γνωστό. Με τον χριστιανισμό όμως και την τουρκοκρατία, χάσαμε βαθμηδόν την ταυτότητά μας και η «υπέροχη εκδοχή του Ελληνα» έγινε μια καρικατούρα σαν τον πρωταγωνιστή του θεάτρου σκιών.
Αυτό που με χαλάει.
Σχεδόν όλα με χαλάνε στην Ελλάδα. Και κυρίως που δεν υπάρχει αξιοκρατία και βασιλεύει ο ατομικισμός και ο φιλοτομαρισμός. Mε χαλάει που η ευγενής γλώσσα μας δεν έχει τίποτα πια να πει και μόνο γελοιότητες γεμίζουν τον ουρανό της τέχνης. Δεν υπάρχει τίποτα που να έχει απομείνει γερό. Και προσκυνούμε το αδειανό, το τιποτένιο, το ηλίθιο.
Προσόν ή μειονέκτημα να είσαι Έλληνας σήμερα;
Δεν είναι ούτε προσόν ούτε μειονέκτημα η εθνικότητα των ανθρώπων. Εμείς όμως ως Έλληνες, εάν διδαχθούμε σωστά από την Ιστορία μας, θα μπορούσαμε να το κάνουμε προτέρημα.
Παράγει πολιτισμό ο Έλληνας της νέας εποχής ή μένει προσκολλημένος σε μια ρητορική ελληνικότητα;
Δυστυχώς, δεν έχουμε πρωτότυπες ιδέες. Σπανίζουν οι δημιουργοί και επικρατεί χάος. Στον σύγχρονο κόσμο είμαστε ουραγοί. Η Ελλάδα δεν μπορεί πια να προσφέρει στην οικουμένη πολιτισμό, γιατί έχει χάσει τις πηγές απ’ όπου οι ξένοι αντλούν άμεσα.
Με ποια ταυτότητα οι Ελληνες περιέρχονται στον σύγχρονο κόσμο;
Με την ταυτότητα του Δυτικο-ανατολίτη. Αυτό μπορούμε να το δούμε στον τρόπο που διασκεδάζουμε, στις κοινωνικές σχέσεις και στη συμπεριφορά μας γενικότερα.
Το ελληνικό μου «γιατί» κι ένα «πρέπει» που πέταξα.
Γιατί εμείς οι Ελληνες είμαστε αδερφοκτόνοι; Και το «πρέπει» που πέταξα είναι η ελληνορθόδοξη χριστιανική πίστη.
Ο Ελληνας ποιητής μου.
Μου είναι δύσκολο να διαλέξω μεταξύ του Κορνάρου, του Κάλβου και του Καβάφη. Τους θεωρώ και τους τρεις το ίδιο σημαντικούς.
Η αδιαπραγμάτευτη ελληνική αλήθεια μου.
Ο ελληνικός χώρος ήταν πάντα στην Ελλάδα διαπραγματεύσιμος. Το μόνο αδιαπραγμάτευτο είναι η ελληνική γλώσσα.
Η οδός των Ελλήνων στον παγκόσμιο χάρτη – ορίστε την.
Η οδός του δυτικού πολιτισμού.