Φρέσκα

Το δικαίωμα στην…ομορφιά

της Έλενας Γεωργαλά

 

“…Μην είδατε την ομορφιά που την Κοιλάδα αγιάζει;…”
Αφουγκράζοντας τον παραπάνω στίχο του Σολωμού, μήνες τώρα που άρχισα να καταπιάνομαι με τα fragmenta του κόντε – Διονύση, αναλογίζομαι τον ορισμό της ομορφιάς.

 

Τι εστί κάλλος? Που το συναπάντησα τελευταία φορά? ’Άλλαξαν τα κριτήρια μου για δαύτο κατά το διάβα του χρόνου? Αν και εφόσον το αντίκρισα ξεκουράστηκαν τα ταλαιπωρημένα μου μάτια? Τελικά η ομορφιά καθαγιάζει τα πράγματα?

 

Πρωτίστως οφείλω να ομολογήσω ότι, «από την φαντασία έως το χαρτί είναι δύσκολο το πέρασμα», και τούτη η παρθενική γραφή ίσως να είναι και η τελευταία μου.
Συγχωρέστε με.

 

Αλλά η ασχήμια της τελειότητας των καλιμπραρισμένων φρούτων στα ράφια του super market με ταράζει όπως και τα σιλικονάτα χείλη της Nicol Kidman. Καθώς και μια μαμά, όταν υποστηρίζει ενθέρμως πως η καλλιγραφία στους μαθητές είναι δείγμα παιδείας. Ή ακόμα ένα τολμηρό νεανικό φόρεμα σε ένα γερασμένο γυναικείο κορμί.

 

Μα την πίστη μου κατάντησα κοινωνική λιποτάχτης κλείνοντας την τηλεόραση, μα για με, το άκουσμα ενός προπατορικού γκιώνη απ΄ το παραθύρι μου είναι εκατό καρατίων.
Ακριβώς όπως και ένα προσκυνητάρι που το πυρώνει ο ήλιος κατακαλόκαιρο μεσημέρι και που δεν το αλλάζω με 500 Παναγίες των Παρισίων.

 

Μην ξεγελιέστε από το ρομαντικό του πράγματος. Κατά βάθος θυμώνω, που πια στις μέρες μας το απλό, το αγαθό και το υγιές δεν ορίζουν το όμορφο.

 

Θλίβομαι που η παραπάνω μάνα της «καλλιγραφίας», δεν έχει δει χειρόγραφο του Μακρυγιάννη, με κείνο το «απελέκητο γράψιμο» και τα τεράστια φωνήεντα, κύριο χαρακτηριστικό ανθρώπων που πιάνουν για πρώτη φορά κοντύλι στη ζωή τους. Οικτίρω τον εαυτό μου που έπρεπε να φυσήξει δυνατός άνεμος απ΄ τα αυθεντικά και λησμονημένα της ψυχής μου για να αξιωθώ να αναγνωρίσω την ομορφιά ενός γαϊδουράγκαθου.
Που έτσι και την χάσω, έσβησα.

 

Ρίξτε μια ματιά σε τετράδιο Αντιγραφής, μαθητή Α’ Δημοτικού. Αληθινό έργο τέχνης. Με όλο το μόχθο και τον κάματο ενός παιδιού που προσπαθεί να πιάσει σωστά το μολύβι. Γνήσιο, αθώο, ανεπιτήδευτο, γεμάτο ατέλειες. Όπως όλα τα όμορφα που αγιάζουν.
Αναζητήστε τα δικά σας και περιστεγάστε τα με την φροντίδα που τους αξίζουν. Σαν να μεταφέρετε το βράδυ της Ανάστασης τη φλόγα στο σπιτικό σας.

 

ΛΑΚΩΝΙΖΟΝΤΑΣ
– Βρέφος που αποκοιμιέται χαμογελώντας χορτάτο στο βυζί σου, 10 χρόνια πριν.
– «…Γιατί άκουγα τα μάτια της μέσα στα σωθικά μου…» Σολωμός.
– Πεπόνι με τυρί φέτα, φέτος το καλοκαίρι, σε σπίτι αγαπημένο.
– Αυτός που για το χατήρι του παρέμεινες 20 χρονών.
– Ένα ζευγάρι μαρμάρινες συμβουλές του πατέρα.
– Ο Γιωργής της Μπούρμπαινας, του ακέραιου κυρ-Αλέξανδρου.
– Το κορδελάκι στα μαλλιά του Ηνίοχου, Δελφοί.
– Το δαχτυλίδι και το δάχτυλο της Λιογέννητης.
– Η «Επιλύχνιος Ευχαριστία», σε ξωκλήσι, χωρίς ηλεκτρισμό, Γενάρη με βροχή.
– Η ανεπίδεκτης φθοράς λάμψη στα μάτια που ξέρεις πως θα σε αγαπούν, όσα χρόνια και αν περάσουν.
– Το «κεραμεούν και φαύλον» του Αλεξανδρινού.
– «Οι μηδέν έχοντες και τα πάντα κατέχοντες»
– Ότι δεν άγγιξα, ιεροποίησα και απώλεσα δια παντός.
Κρατήστε σεις τα δικά σας.
Τούτα είναι δικά μου.
Στον αιώνα τον άπαντα.