Φρέσκα

Μίμης Σουλιώτης…«Αερολιμήν»

Φύλαγα τους τρεις τελευταίους στίχους
που μου είχαν κατεβεί μια μέρα πάνω στην κουβέντα,
κι αναρωτιόμουν σε ποιο ποίημα να τους μπάσω, ή μήπως φτιάξω
ένα καινούριο σέρτικο για τον Αερολιμένα της Λάρνακας
που διέθετε και Σάλα Καπνιστών, με καθιστικούς πάγκους ολόγυρα
και πλευρικούς απορροφητήρες σαν κουζίνας μεγάλου ξενοδοχείου,
ανοιχτή χωρίς πόρτες κι ευκολόβρετη
όπου μέχρι να τσουλήσουν οι αποσκευές
ρουφούσες κάνα δύο λαχταριστά τσιγάρα,
ξεχαρμάνιαζαν πάνω από είκοσι ρουφηχτάρηδες ταυτόχρονα.

 

Μα το καπνιστήριο τέλος, το φράξαν οι αμερικανίλες
και οι παπαριές περί αρρώστιας
με νοβοπάν και με φαρδιές σανίδες σταυρωτές –
λες και περιμένει τον καπνό για να πλακώσει, η μαύρη καλιακούδα –
και μου μείναν ο τίτλος και το τρίστιχο που γίνηκε εφτάστιχο:
ότι δεν καπνίζω ένα-ενάμισο με δύο πακέτα
μήτε απλώς ξεπερνώ τα δυόμισι την ημέρα,
φουμάρω απανωτά τα στριφτά από το σακούλι
γιατί όπως τους Ινδιάνους, με κατευνάζει,
με κάμνει να ρεμβάζω, να εικάζω, να στοχάζομαι,
να φουλάρω το χαρτάκι, να σιάχνω τον καπνό
κυλινδρίζοντας, να σαλιώνω και να ισιώνω,
γενικά να ετοιμάζω το επόμενο.

Μίμης Σουλιώτης, Κύπρον, ιν ντηντ, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2011

https://itzikas.wordpress.com/2015/12/26/