ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ ΔΕΝΤΡΟ
του Νικόλα Λέγγα (όταν ήταν 10 ετών)
Μια φορά και ένα καιρό, πολύ πιο παλιά, ζούσε ένα όμορφο παιδάκι μαζί με την οικογένειά του και το σκυλάκι του την Μάγια σε μικρή πόλη. Οι γιορτές των Χριστουγέννων πλησίαζαν, και το παιδάκι ήταν πολύ ενθουσιασμένο. Στόλισε μαζί με την μαμά και τον μπαμπά του το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, και έβαλε στην κορυφή το αστέρι.
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς το παιδάκι περίμενε το δώρο του Αι Βασίλη. Το βράδυ εκείνο στις 24:00 μ.μ συνέβει κάτι παράξενο. Το δέντρο άρχισε να αποκτά ζωή, άκουγες την ανάσα του, τα στολίδια του μιλούσαν, και το αστέρι του έλαμπε.
Η Μάγια το σκυλάκι, που μιλούσε την γλώσσα των ζώων αλλά και των δέντρων, κατάλαβε ότι το Χριστουγεννιάτικο δέντρο ζωντάνεψε γιατί τα βράδια ένιωθε μοναξιά. Άρχισε λοιπόν να του μιλά και να παίζει με τα στολίδια του. Όλη αυτή τη μαγεία την είχε δώσει ο Αι Βασίλης, που εκείνη την νύχτα κατεβαίνει από τις καμινάδες για να αφήσει τα δώρα των παιδιών αλλά δε ξεχνά και τα δέντρα.
Ύστερα από πολλές ώρες, πήγε τέσσερις τα χαράματα, το δέντρο άρχισε να χάνει τις δυνάμεις του γιατί ξημέρωνε. Στις 8:00 π.μ, το παιδάκι ξύπνησε και κατέβηκε γρήγορα τις ξύλινες σκάλες του σπιτιού. Τότε αντίκρισε κάτω από το δέντρο, εκτός από το δώρο του και την σκυλίτσα του που ήταν θλιμμένη. Για να την ευχαριστήσει της είπε να το ανοίξουν μαζί και να το παίξουν παρέα. Έτσι και έγινε. Το δώρο του παιδιού ήταν ένα όμορφο μικρό έλκηθρο.

Το επόμενο βράδυ, στις 24:00 μ.μ ακριβώς, έγινε ξανά το ίδιο. Αλλά το παιδάκι, που καταλάβαινε την γλώσσα των σκυλιών και των δέντρων, αποφάσισε να μην κοιμηθεί για να δει τι συμβαίνει. Βγήκε από το δωμάτιο του, κατέβηκε σιγά σιγά τις σκάλες και αντίκρισε την Μάγια να παίζει με το δέντρο και τα στολίδια του. Το δέντρο μόλις είδε το παιδί, κατάλαβε ότι μιλούσε την γλώσσα τους, και ότι ήθελε να μπει στην παρέα τους. Έτσι έπαιξαν όλοι μαζί.
Και τι δεν έπαιξαν εκείνο το βράδυ! Αγαλματάκια ακούνητα αγέλαστα, σκάκι, κρυφτό και σβούρα. Είπαν ανέκδοτα, αστεία, ιστορίες χριστουγεννιάτικες, και τόσα άλλα. Μετά το παιδί κοίταξε την ώρα, και τους είπε ότι προλαβαίνουν ακόμα να παίξουν γκριμάτσες και όποιος γελάσει πρώτος να βγαίνει εκτός παιχνιδιού. Σε αυτό το τελευταίο παιχνίδι βγήκε νικητής η Μάγια. Στις 4:00 ακριβώς, όλοι αποχαιρετίστηκαν και πήγαν για ύπνο.