Φρέσκα

Στο Μπραχάμι μιας άλλης εποχής…Μήτσος Κύργιος

του Χρήστου Πιπίνη

 

Μην μου μιλάς βρε συ Μανώλη

Μην μου μιλάς για γέλωτες

τι είναι το στόμα μου πικρό

και η ψυχή μου μαύρη

……………………………..

 

Και κουβαλώ στους ώμους μου

μιας γενιάς τα κρίματα,

κι αντάμα τις κατάρες της.

 

 

Και κουβαλώ στο στόμα μου

όσες βρισιές δεν πρόκανα να πω

και στην ψυχή μου κουβαλώ όσες

γροθιές δεν πρόκανα να δώκω.

 

 

Μην μου μιλάς βρε συ Μανώλη

για της συγχώρεσης την άγια την στιγμή

όσο θωρώ τα στίγματα που στο,

 

 

κορμί σου αφήκαν τα δόντια

των τυρράνων, δύσκολο είναι μα,

το θιο συχώρεση να δώκω.

Στον Μανώλη Καραπιπέρη
τον «ΑΒΕΛ» από τον «ΚΑΪΝ»

❀❀❀

Την πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης εμφανίσθηκε στην Πλατεία ένας άγνωστος σε όλους μας τύπος, μη Μπραχαμιώτης, όπου στο σύντομο σχετικά διάστημα της διαμονής του στη γειτονιά, κατάφερε με την πληθωρική παρουσία του ν’ αποτελέσει σημείο αναφοράς για όλους όσους συναποτελούσαμε τον πυρήνα της πλατείας.

Εύσωμος με δυνατή, βροντώδη φωνή, εμφανιζόταν στα καφενεία και τα κουτούκια τις απογευματινές και βραδυνές ώρες, ατημέλητος, και μ’ ένα μάτσο χαρτιά (τα ποιήματά του) στην κωλότσεπη. Στην αρχή, άγνωστος εν μέσω αγνώστων, ανέβαζε την περιέργεια και όλοι τον αντιμετώπιζαν  με κάποια επιφύλαξη. Αργότερα ενσωματώθηκε πλήρως στην κοινωνία της μικρής μας πόλης, όπου και απετέλεσε τρόπον τινά, μια πολύ ενδιαφέρουσα ατραξιόν των βραδυνών, κυρίως, επισκέψεων στις ταβέρνες. 

Έδινε την εντύπωση ενός ιδιαίτερα ευαίσθητου ανθρώπου με παρορμητικές αντιδράσεις, ευσυγκίνητου και πολλές φορές έντονα παρεξηγιάρη. Του άρεσε το κρασί και ερχόταν εύκολα σε κατάσταση υπερδιέγερσης. Οι πιο πονηρεμένοι μαγκίτες τον αντιμετώπιζαν με συμπάθεια μεν, αλλά και με την επιφύλαξη των ανθρώπων που θεωρούν κάποιον «ελαφρύ». Βεβαίως ο Μήτσος δεν έδινε ιδιαίτερη σημασία. Του αρκούσε να βγάζει από την κωλότσεπη του παντελονιού του τα τσαλακωμένα χαρτιά και να διαβάζει με έντονα δραματοποιημένη φωνή τα ποιήματά του και μάλιστα σ’ ένα ετερόκλητο ακροατήριο όπου κάποιοι τον παίρναν στα σοβαρά και άλλοι υπομειδιούσαν με το στυλ του.

Ο Μήτσος γούσταρε πολύ την παρέα μας και μάλιστα μας είχε κατά κάποιο τρόπο υπό την προστασία του! Μια μέρα στο καφενείο του Σαϊνη έχοντας μια εγκάρδια συζήτηση με πρώην φυλακισμένους Μπραχαμιώτες ποινικούς που φαινόταν να τους γνώριζε καλά, γύρισε προς το μέρος μας  και δείχνοντάς μας με το δάχτυλο τους είπε με έντονη φωνή  «αυτοί είναι δικοί μου κι’ όποια κουφάλα τους πειράξει θα’ χει να κάνει μένα«

Με τον καιρό μάθαμε την ιστορία του ποινικού – υπαξιωματικού του στρατού, Αντιχουντικού, ποιητή, Μήτσου Κύργιου, του εργάτη σκαφτιά, που έμενε σε μια χαμοκέλα κοντά στο νεκροταφείο Μπραχαμίου και μας διάβαζε τα βράδυα στα κουτούκια γεμάτος πάθος, τα γραμμένα στη φυλακή βασανισμένα ποιήματά του.

Ποίημα που έγραψε ο Μήτσος Κύργιος για τη Σουζάνα Μπάουσινγκερ, φυλακισμένη επίσης στον Κορυδαλλό το 1972 για αντίσταση κατά της χούντας.

Μεταφέρουμε αυτούσια τη σύντομη περιγραφή της ζωής του από το Περιοδικό «Τρύπα»

❀❀❀

«Πάνε πια 4 χρόνια που ο «Μητσάρας» βρέθηκε νεκρός σ’ ένα εγκαταλειμένο δωμάτιο στα Εξάρχεια. Ο θάνατός του οφειλόταν σε «υπερβολική κατανάλωση αλκοόλης».  Πολλοί είναι οι «επώνυμοι» που γνώρισαν τον ΜΗΤΣΟ ΚΥΡΓΙΟ στην ΕΣΑ, στον Κορυδαλλό, στις μεταχουντικές διαδηλώσεις… Όλοι τον αγνόησαν.  
Στις 29 Αυγούστου 1989 η συγκυβέρνηση της Ν.Δ. και του Συνασπισμού έκαψε ό,τι  είχε απομείνει από την ήδη θαμμένη ιστορία του.  
Τα λιγοστά αντίτυπα της ποιητικής συλλογής που είχε εκδώσει με την οικονομική βοήθεια κάποιων φίλων έχουν εξαφανιστεί, θαμμένα κι αυτά στις βιβλιοθήκες κάποιων που δεν τα έχουν καν διαβάσει. 
Μόνιμος λοχίας ο «Μητσάρας», υπηρέτησε στο στρατό στην Ελλάδα και στην Κύπρο, εφτά ολόκληρα χρόνια. Καταλαβαίνοντας το πραγματικό νόημα του στρατού τα παράτησε και, μην έχοντας άλλους πόρους, τόριξε στις μπούκες.  
Στη χούντα εξεγέρθηκε, πράγμα που του κόστισε μόνιμη αναπηρία απ’ τα βασανιστήρια, δυόμισυ χρόνια φυλακή και διαζύγιο απ’ τη γυναίκα του. Λίγους μόλις μήνες μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας ο μοναδικός γιος του πεθαίνει στα δεκαπέντε του από εγκεφαλικό.  
Ο Μήτσος αρνείται κατηγορηματικά να χρησιμοποιηθεί από τους πρώην συγκρατούμενούς του- τώρα πια βουλευτές και υπουργούς. Συμμετέχει σ’ όλες τις διαδηλώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και ιδιαίτερα των Αναρχικών.  
Στην απεργία των οικοδόμων το 1976, στο Πολυτεχνείο το 1980, οι μπάτσοι τον ξυλοκοπούν με λύσσα. Το 1982, με τον σοσιαλισμό, κάποιο βράδυ οι ασφαλίτες τον απαγάγουν μ’ ένα αυτοκίνητο και τον παρατάνε αιμόφυρτο, μισοπεθαμένο στην Πλατεία Κάνιγγος απ’ όπου τον μάζεψαν κάτι περαστικοί. 
Ο «Μητσάρας» ήταν ένας από τους τέσσερις που σήκωσαν στους ώμους τους το φέρετρο του αδικοσκοτωμένου γιατρού Βασίλη Τσιρώνη και κυνήγησαν τους παπάδες που πήγαν να βεβηλώσουν τον τάφο. «

Το παρακάτω απόσπασμα των πρακτικών της δίκης του Μήτσου Κύργιου, στις 20, 21 και 22 Γενάρη ’72, στο έκτακτο στρατοδικείο Αθήνας, δημοσιεύτηκε το Μάρτη του ’72 στο  δεύτερο τεύχος του παράνομου δελτίου «ΠΑΚ-Ειδήσεις». Συγκατηγορούμενοί του ήταν οι: Βαλυράκης Ιωσήφ, Κυριαζής Ιωάννης, Καραγιώτας Ζαχαρίας, Σπηλιόπουλος Σπυρίδων, Νικολόπουλος Βασίλειος, Χρυσάφης Ιωάννης και Λενέτης Ιωάννης.

ΚΥΡΓΙΟΣ: Εδώ με κάνανε Αλ Καπόνε. Έχω ένα παρελθόν για το οποίον ντρέπομαι. Ως πότε όμως θα με καταδιώκει το παρελθόν μου; Ήμουν κλέφτης. Τώρα όμως είμαι υπερήφανος γιατί δεν σας αντιμετωπίζω σαν κλέφτης. Παλιά ήμουν μόνιμος λοχίας. Όταν βρέθηκα στη φυλακή και συνάντησα τον Αρχάκη ντράπηκα για την κατάντια μου. Εγώ κλέφτης, εκείνος για πολιτικά αδικήματα. Με έφτυσε όταν έμαθε πού είχα καταντήσει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στην ΕΣΑ άλλα είπες σχετικά με την γνωριμία σου με τον Αρχάκη.

ΚΥΡΓΙΟΣ: Στην ΕΣΑ είπα πάρα πολλά για να μ’ αφήσουν να κοιμηθώ. Μου είπαν: «Κύργιε, αυτά θα πης». Και τους απάντησα: «Γράψτε ό,τι θέλετε. Γράψτε ότι σκότωσα και τη μητέρα μου. Αφήστε με όμως να κοιμηθώ». Κόλαση ήταν η ζωή μας εκεί. Γι’ αυτό και δεν ακούω καλά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο Αρχάκης σου έδωσε συνταγή για βόμβες να την δώσης στον Κυριαζή;

ΚΥΡΓΙΟΣ: Όχι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πήγες να ρίξης κροτίδες στο ΡΕΞ;

ΚΥΡΓΙΟΣ: Όχι. Ίσως δεν πήγα επειδή δεν μου έδωσαν. Άλλο όμως πρέπει να με ρωτήσετε κ. Πρόεδρε: «Θα πήγαινες να ρίξης Κύργιε αν σου έδιναν κροτίδα;» Θα πήγαινα, κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πολύ αλλοιώτικα τα λες εδώ.

ΚΥΡΓΙΟΣ: Στην ΕΣΑ είπα ό,τι ήθελαν. ΄Ηταν εκεί ο Παπαφιλίππου…

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εδώ κάποιος μας είπε ότι ο Παπαφιλίππου ήταν γλυκομίλητος.

ΚΥΡΓΙΟΣ: Ναι, βέβαια. Σκέτο μέλι ήταν αυτός. Τα πρωτοπαλλήκαρα ήταν εκείνα που βαρούσαν. Ο Παπαφιλίππου μας έλεγε συνεχώς: «Πες αυτό Κύργιο να σε σώσω, πες το άλλο να σε γλυτώσω». Και ένα Σάββατο μου λέει: «Σε αφήνω τώρα και θα τα ξαναπούμε την Δευτέρα». Αυτό σήμαινε ορθοστασία ως τη Δευτέρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και για τον Κυριαζή τι λες;

ΚΥΡΓΙΟΣ: Στον υπόκοσμο που με κατατάξατε, κ. Πρόεδρε, έχουμε δύο προτερήματα. Δεν είμαστε αχάριστοι και αναγνωρίζουμε το καλό. Και εμένα ο Κυριαζής με έκανε άνθρωπο. Μου βρήκε δουλειά. Με έκανε τίμιο. Και γι’ αυτό του χρωστώ ευγνωμοσύνη. Με έκανε να μη σας ντρέπομαι τώρα που σας μιλάω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και θα έρριχνες κροτίδες αν σου το ζητούσε;

ΚΥΡΓΙΟΣ: ΝΑΙ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί;

ΚΥΡΓΙΟΣ: Για τον ίδιο λόγο που ρίχνουν όλοι. Όσο παράξενο κι αν φαίνεται που σας το λέω αυτό εγώ, θα έρριχνα για την Δημοκρατία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Την Δημοκρατία, την υπηρέτησες;

ΚΥΡΓΙΟΣ: Αν πιάνονται τα εφτά χρόνια που υπηρέτησα ως μόνιμος αξιωματικός την πατρίδα, τότε ναι, την υπηρέτησα την Δημοκρατία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Την πατρίδα υπηρέτησες.

ΚΥΡΓΙΟΣ: Για μένα Πατρίδα, Ελλάδα και Δημοκρατία είναι το ίδιο…

ΣΤΡΑΤΟΔΙΚΗΣ: Αν υπηρετούσες στον στρατό μετά την 21η Απριλίου θα έλεγες σήμερα τα ίδια πράγματα;

ΚΥΡΓΙΟΣ: Δεν θα υπηρετούσα. Μόλις έγινε η δικτατορία, θα παρητούμην.

Phillipa Frederiksen Australia «Tortured Trees Invercargil»

https://periodikotrypa.wordpress.com/