Φρέσκα

θρηνωδία φανταράκου.

Όποιος πάει στο στρατό και δεν αγανακτήσει, 
ή θείο θα ‘χει λοχαγό ή τρέλα θα πουλήσει.
Αν έρθεις μες στο θάλαμο, θα δεις πολλά κρεβάτια. 
Στο τελευταίο θα με δεις με την καρδιά κομμάτια.
Πότε θαλαμοφύλακας πότε σκοπιά στην πύλη 
και πότε στην αναφορά με πικραμένα χείλη.
Μας φώναξε ο λοχαγός να πάμε αγγαρεία 
κι εγώ ο μάγκας κρύφτηκα πίσω απ’ τα μαγειρεία.
Σκοπιά καθώς εφύλαγα, ο ύπνος μου με πιάνει 
κι ο λοχαγός ερχότανε περίπολο να κάνει.
Το όπλο έχω αδελφό, το κράνος για πατέρα, 
την ξιφολόγχη αδελφή και τη σκοπιά μητέρα.
Τα μακαρόνια στο στρατό όλα θα τα ενώσω 
να κάνω σιδηρόδρομο να ‘ρθω να σ’ ανταμώσω
Σαράντα μέρες φυλακή έφαγα μα χαλάλι, 
γιατί είπα παρασύνθημα το όνομά σου πάλι.
Ζητώ ακρόαση Θεού και αλλαγή πλανήτη, 
στην Κρήτη θα μετατεθώ κοντά στον Ψηλορείτη.
Όταν απολυθώ να ξέρετε, θα στείλω μάνι-μάνι 
express το τηλεγράφημα να ‘ρθετε στο λιμάνι.
Βρε άτιμη, τι μου ‘κανες εμένα το φαντάρο! 
Εγώ να είμαι στη σκοπιά κι εσύ με τον κουμπάρο.
Ήμουνα είκοσι χρονών μες’ τον ανθό της νιότης 
και τότε μου’στειλαν χαρτί να πάω στρατιώτης.
Μου φόρεσαν τα άρβυλα μου ΄δωσαν και παγούρι 
και μ’ έβαλαν κι έτρεχα σα να ‘μουνα γαϊδούρι.
Θα ‘ρθει μια μέρα έμορφη που το χακί θ’ αφήσω 
και τη δική μου τη ζωή απ’ την αρχή θ’ αρχίσω.
Όταν ξυπνάμε το πρωί για τη σκοπιά κινάμε και 
μόλις επιστρέψουμε στις αγγαρείες πάμε.
Έβγαλα τα πολιτικά και το χακί φοράω 
σ’ ένα καθρέπτη κοίταξα κι άρχισα να γελάω.
Τα φανταράκια στο στρατό να μην τα λησμονάτε 
με χρήματα κι επιταγές να τα παρηγοράτε
Ό, τι αξίζει όλη η γη, ο ήλιος, το φεγγάρι,
τόσο πολύ αξίζουνε της Κρήτης οι φαντάροι.
Το βράδυ στο φυλάκιο κανένας δεν μιλάει, 
γιατί καθένας σκέφτεται τα μάτια που αγαπάει.

Βαρέθηκα μανούλα μου του λόχου τη σφυρίχτρα 
και το θαλαμοφύλακα να με ξυπνάει τη νύχτα.
Πριν να φορέσω το χακί, έλεγα δεν πειράζει. 
Μα τώρα που το φόρεσα με τρώει το μαράζι.Ένα αστέρι στη σκοπιά μοιάζει πολύ μ’ εσένα 
και του μιλώ και με κοιτά με μάτια δακρυσμένα.
Όταν μου ήρθε το χαρτί και πέρασα την πύλη, 
ίδια πως μου χιμήξανε ένα κοπάδι σκύλοι.
Βάσανα έχει το χακί μα έχει και μια χάρη, 
όποιος χακί δεν έβαλε δεν είναι παλικάρι.
Περιστεράκι μου καλό τρέχε γοργά σαν σφαίρα 
πήγαινε στο φανταράκι μου και πες μια καλημέρα.
Φαντάρο κι αν σε πήρανε εγώ δεν μετανιώνω, 
γιατί έχω γιο που ειν’ άξιος γι’ αυτό και καμαρώνω.
Φαντάρο σε καλέσανε να κάνεις ένα έτος 
και σκοτεινό θα το περνώ το καλοκαίρι φέτος.
Ένας φαντάρος έρχεται μες το χακί ντυμένος, 
τ’ αγόρι σου είμαι μάνα μου, ο ταλαιπωρημένος.
Ποτέ δεν το περίμενα να πλένω καραβάνα, 
να στρώνω το κρεβάτι μου, σαν να μην έχω μάνα.

Πηγή: https://www.onalert.gr/ellada/stratiotiki-poiisi-sketo-poiima/359042/