Πρόσωπα…Νίκος Νικολαΐδης
από Black Kat
Ένας Rock τύπος, ένας Hard Rock συγγραφέας, σεναριογράφος, κινηματογραφιστής.
Ταινίες του. Ευριδίκη ΒΑ 2037 (1975), Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα (1979), Γλυκιά Συμμορία (1983), Πρωινή Περίπολος (1987), Singapore Sling (1990), Θα Σε Δω Στην Κόλαση Αγάπη Μου (1999), Ο Χαμένος Τα Παίρνει Όλα (2002), The Zero Years (2005).
Βιβλία του. Οι Τυμβωρύχοι” – Διηγήματα, 1964,Ο Οργισμένος Βαλκάνιος” – Μυθιστόρημα, 1977,Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα” – Σενάριο, 1980,Γλυκειά Συμμορία” – Μυθιστόρημα, 1984, Γουρούνια Στον Ανεμο” – Μυθιστόρημα, 1993
Ας ανακαλύψουμε αυτόν τον σπουδαίο άνθρωπο μέσα από δηλώσεις του και από δηλώσεις φίλων του και συνεργατών του.
«Θεωρώ την Κόλαση έναν υπέροχο ερωτικό τόπο. Βεβαίως και πιστεύω στην Κόλαση σαν λύση. Αν μάλιστα καταφέρουμε να την εγκαθιδρύσουμε εδώ και τώρα, θα είναι κάτι υπέροχο.
«Οι ήρωές μου δεν είναι ποτέ εύθραυστοι και ουδέποτε συντρίβονται. Απλώς επιλέγουν την αυτοδιάθεση, την αντιπαραγωγικότητα και τη μη κατανάλωση αγαθών και ιδεών.»
«Την εποχή που ήθελα να βάλω βόμβες, δεν υπήρχε καμιά οργάνωση να με δεχτεί. Λοιπόν τις βόμβες τις έριξα με το Σίνγκαπουρ Σλινγκ, που έφερε τα πάνω κάτω, την Περίπολο και τη Συμμορία. Και αυτές δεν ήταν ταινίες του καναπέ.»
«Ζω το σινεμά 24 ώρες το 24ωρο. Και όταν η ταινία της ζωής μου δεν είναι καλή, αλλάζω ζωή. Δεν χρειάζεται όλα αυτά να τα αποτυπώνω πάντα σε φιλμ.»
«Για μένα η γυναίκα είναι θεϊκό και ταυτόχρονα καταστροφικό πλάσμα. Οι γυναίκες που ξέρω εγώ είναι δαιμονικά πλάσματα. Έχουν δικαίωμα για τα πάντα. Και μ’ αρέσουν έτσι, έστω κι αν με κολλάνε στον τοίχο.»
«…Επειτα είμαι ένα άτομο που δεν πήρε ποτέ στα σοβαρά τον εαυτό του. Μόνο όταν άρχισα να δημιουργώ εχθρούς το πήρα κάπως πάνω μου και άρχισα να πιστεύω ότι κάτι σπουδαίο συμβαίνει με μένα.»
«Μου φαίνεται πως τώρα ήρθε η ώρα να περπατήσουμε σωστά τον λάθος δρόμο κι υπάρχει μόνο ένας τρόπος να μη χαθούμε … -Να ξεχαστούμε αλλά να μην ξεχάσουμε.»
Θεοδώρα Βαλεντή, κόρη του Νικολαΐδη .
Απήγγειλε Καβάφη με το «καλημέρα»
«Από 4 χρόνων ρωτούσα τη μαμά μου πότε θα πεθάνει ώστε να παντρευτώ τον μπαμπά μου… Αυτό λέει πολλά για τη γοητεία του Νικολαΐδη, που είχε επίδραση σε όλες τις ηλικίες! Τι έκανε γοητευτικό τον Νίκο…
Κατ’ αρχάς ήταν ρομαντικός και ευγενικός, αλλά ταυτόχρονα αρρενωπός και μποέμ, αχτύπητος συνδυασμός.
Ηταν ωραίος άντρας και το γνώριζε. Του άρεσε να είναι κομψός και να ξεχωρίζει. Είχε δει πολύ σινεμά και είχε μάθει πολλά κόλπα, ιδίως από τους αγαπημένους του film noir ήρωες. (Οι γυναίκες του film noir τον σημάδεψαν για πάντα.) Κάποτε μου είχε πει ότι θα ήθελε να με σκηνοθετήσει σε μια ταινία που η ηρωίδα είναι μια warrior επιστημονικής φαντασίας, που ρουφάει τους άντρες όταν τους κάνει έρωτα και μετά τους σκοτώνει. Δεν θα μιλούσα καθόλου στον ρόλο μου.
Γνώριζε πολύ καλά τη γυναικεία φύση, θαύμαζε τη γυναίκα, την ήθελε δυναμική και αυτόνομη».
Τι τον κάνει ιδιαίτερο σκηνοθέτη;
Η ευαισθησία του, η αγάπη του για τον κινηματογράφο και την ποίηση _ ήταν ένας ποιητής εικόνων _ η τόλμη του, το χιούμορ του, ο αυτοσαρκασμός του, το ότι είχε πράγματα να πει… Απήγγειλε Καββαδία και Καβάφη με το “καλημέρα”.»
Μαρί-Λουίζ Βαρθολομαίου, σύζυγος του Νικολαΐδη .
Αφοβος μάγος
«Νομίζω πως γεννιέται ο άνθρωπος με τα χαρίσματά του και όταν δεν φοβάται, τα καταθέτει… Ο Νίκος δεν είχε ένα, δύο ή κάποια χαρίσματα… ήταν ο ίδιος ολόκληρος μια χαρισματική προσωπικότητα που αγαπιόταν αμέσως. Τον θαύμαζες και ήθελες να ακούς τη φωνή του, το γέλιο του, τον ένιωθες να σε προστατεύει, να σου μαθαίνει αλήθειες, είχε συνείδηση της πραγματικότητας αλλά ταξίδευε στον κόσμο του, είχε απεριόριστο ταλέντο αλλά δεν είχε ανάγκη να αποδείξει σε κανέναν τίποτε. Η τρυφερότητα, το νοιάξιμο, η εμπιστοσύνη και η τιμιότητά του ήταν το ελάχιστο που έβγαινε από την αύρα του, αλλά περισσότερο απ’ όλα, η αίσθηση του χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός του. Τον Νίκο τον αγάπησαν οι γυναίκες άνευ όρων… τουλάχιστον εγώ αυτό έκανα… γιατί ο Νίκος ήταν αληθινός και δεν φοβόταν… ήταν μια μοναδική προσωπικότητα και ένας μάγος σκηνοθέτης!».
Michelle Valley, ηθοποιός «Πρωινή περίπολος», «Singapore sling», «The zero years». Εργο λυτρωτικό
«Γιατί δεν έχει ταχθεί σε καμία ιδεολογία παρά στη δική του.
Γιατί δεν δίνει λογαριασμό σε κανέναν παρά μόνο στη συνείδησή του.
Γιατί παίρνει την ελευθερία για να περάσει την κοσμο-αντίληψή του.
Γιατί είναι έξω από τα τετριμμένα, έξω από την αναπαραγωγή.
Γιατί δεν υπηρετεί καμία πολιτική ή κοινωνική οργανωμένη σκοπιμότητα.
Γιατί δεν κοροϊδεύει τον θεατή πουλώντας του κάτι υπαγορευμένο.
Γιατί νιώθεις την έκφραση του δημιουργού που έχει δική του αντίληψη.
Γιατί βλέπεις μια ταινία του και αναγνωρίζεις πως είναι δικιά του.
Γιατί επομένως αυτά όλα φτιάχνουν μια δυναμική που σε κερδίζει, που σε αναγκάζει να σκεφτείς, να αφεθείς, που αφήνει το δικό της στίγμα μέσα σου.
Ένα έργο που σε κάνει να ανακαλύπτεις ακόμη μετά από δέκα, είκοσι ή τριάντα χρόνια τα κρυφά του σημεία, να μην τις χορταίνεις τις ταινίες, να σε συντροφεύουν στα όνειρά σου, να τις έχεις παρέα τη νύχτα για να μοιραστείς τους εφιάλτες σου, να ξεπηδάνε ατάκες και εικόνες απρόσμενα σε μια γωνιά του μυαλού σου, να σε συγκινούν και να σου επιτρέπουν να κλαις για να κερδίσεις επιτέλους μια στιγμή λύτρωσης.
Αυτά όλα είναι για μένα η απόλυτη γοητεία και η αδιαμφισβήτητη ιδιαιτερότητά του.»
Βαλέρια Χριστοδουλίδου.
Ανοιχτός σε νέους συνομώτες
«Η αντίληψή του. Γι’ αυτό και δεν τον καταλάβαιναν “οι πολλοί” και ας τους μάγευε αυτό το “κάτι διαφορετικό” που δεν μπορούσαν να εξηγήσουν. Είχε πει σε μια συνέντευξή του: “Εχω ακούσει να λένε, “Δεν συμφωνούμε με αυτά που λέει ο Νικολαΐδης, αλλά συμφωνούμε με τον τρόπο που τα λέει”. Οσοι τον κατάλαβαν και είχαν κοινό κώδικα επικοινωνίας, τον λάτρεψαν για πάντα.
Γι’ αυτό και δεν χωρούσε σε αυτόν τον κόσμο, γι’ αυτό δεν συμβιβάστηκε ποτέ, γι’ αυτό και δεν πήγε στο Hollywood, δεν θα άλλαζε τις ταινίες του για κανέναν χρηματοδότη. ‘Εφτιαξε τον δικό του κόσμο, με τις συμμορίες του, και ήταν ανοιχτός για νέους συνωμότες. Οταν τους έβρισκε χαιρόταν σαν μικρό παιδί και ήταν πιστός και γενναιόδωρος. Ζούσε μέσα από την τέχνη του και έτσι διάλεγε και τους ηθοποιούς του. Είχε πει για αυτό: “Συνήθως γράφω για ηθοποιούς με χαρακτήρα και τέτοια αντισυμβατική συμπεριφορά που να παντρεύονται με τις ιστορίες μου. Θέλω κάποια από τα βασικά στοιχεία των ηρώων μου να προϋπάρχουν μέσα τους.»
Αρχόντισσα Μαυρακάκη, «The zero years».
Δάσκαλος
«Πάντα αισθανόμουν τυχερή που συνεργάστηκα με έναν τόσο μεγάλο και καταξιωμένο σκηνοθέτη όπως ο Νίκος Νικολαΐδης, σε μικρή ηλικία, πριν καν τελειώσω τη σχολή, στην ταινία του “The Zero years”. Ηταν η πιο καθοριστική, έντονη αλλά και σημαδιακή συνεργασία αλλά και συνάντηση της ζωής μου. Είχε ένα όραμα για την κάθε ταινία του και ήταν από τους λίγους σκηνοθέτες που ήξερε πώς να διδάξει και να καθοδηγήσει τους ηθοποιούς του στο επιθυμητό αποτέλεσμα, όσο δύσκολο κι αν ήταν.
Ηταν τελειομανής και απαιτητικός αλλά έφτανε μόνο να τον εμπιστευτείς για να σε καθοδηγήσει σε καταστάσεις και συναισθήματα έντονα. Εμπαινε μες στην ψυχή σου και σε έκανε να ταυτιστείς με την ηρωίδα σου ώσπου να γίνετε ένα. Ηταν κάτι σαν μαέστρος που οργάνωνε εύκολα όλους και όλα σε απόλυτη αρμονία. Με έμαθε τόσο πολλά, ήταν κάτι παραπάνω από δάσκαλος και η συνεργασία μας ήταν ένα ταξίδι από το οποίο βγήκα πιο πλούσια ως ηθοποιός, αλλά και ως άνθρωπος. Ηταν φευγάτος, αντισυμβατικός και είχε τον ρομαντισμό και τον ιδεαλισμό δεκαεξάρη.»
Γιάννης Αγγελάκας
Όταν ήμουν 18 χρονών είχαμε δει τα «Κουρέλια» στο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης και πάθαμε πλάκα όλοι οι πιτσιρικάδες. Σε εκείνα τα ζωηρά φεστιβάλ με τους εξώστες, τα φρικιά πάνω να φωνάζουνε. Από τότε τον είχαμε τον αγαπημένο μας σκηνοθέτη. Ένας άνθρωπος που μιλούσε άλλη γλώσσα και μακριά από πολιτικούρες, με αίσθημα, με μουσική. Είχε πήξει το μυαλό μας με τα εντεχνο-μεταπολιτευτικά. Είχαμε βαρεθεί τη ζωή μας. Ακούγαμε ροκ. Δεν είχαμε δει καμία ελληνική ταινία που να μιλάει για τη δική μας τρέλα. Μετά ήρθε η «Γλυκιά συμμορία» και εδραιώθηκε η θέση του στις καρδιές μας. Το 1993-4 παίζαμε στο Λονδίνο με τις Τρύπες και έτυχε να είναι και ο Νικολαΐδης εκεί με την οικογένειά του. Μας σύστησε ο Νίκος Τριανταφυλλίδης και γνωριστήκαμε σε ένα ιταλικό εστιατόριο. Από την πρώτη στιγμή έπεσε πολύ γέλιο, ταιριάξανε τα χνώτα μας, γίναμε φίλοι κολλητοί και στην πορεία προέκυψε ο «Χαμένος». Ήταν εμπειρία ζωής η ταινία, έμαθα πράγματα από αυτόν μέσα από μια δημιουργική σχέση. Είναι ένας από τους δασκάλους μου. Δάσκαλος, πατέρας, όλα.
Τάκης Σπυριδάκης
Γνωριστήκαμε από μια τυχαία φωτογραφία. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι χωρίς να πούμε πολλά πράγματα μου έδωσε ένα σενάριο και μου είπε απλά ότι ήθελε να παίξω στην ταινία του. Ήταν εξαιρετικός ο τρόπος που δημιουργούσε την ταινία που είχε στο κεφάλι του. Οι πρόβες πριν γυριστεί η ταινία ήταν μια απόλαυση. Όταν οι σκηνές ήταν πολύ έντονες και απαιτούσαν μια λυπημένη, συναισθηματική προσέγγιση, διέθετε ένα τρομακτικό χιούμορ. Το έκανε πάντα αυτό, σαν να το είχε σχέδιο. Στο θέμα της δουλειάς σεβόταν τους ηθοποιούς και διέθετε μια «αφόρητη» ευγένεια. Αυτή η απόλυτη ελευθερία που μας έδινε από τη στιγμή που μπαίναμε σε ένα ατμοσφαιρικό τριπ ήταν πάρα πολύ σημαντική. Όσον αφορά τα βιβλία του, πρόσθεσε στη γραφή μια κινηματογραφική διάθεση. Όταν διαβάζω τους «Τυμβωρύχους» ή τα «Γουρούνια στον άνεμο», έχω την εντύπωση ότι περισσότερο βλέπω ταινία παρά διαβάζω βιβλίο.
Δώρα Μασκλαβάνου
Ο Νίκος Νικολαΐδης είναι ένας τυχερός κινηματογραφιστής. Η τύχη του ήταν η πίστη του και η συνέπειά του με τα πράγματα που αγαπούσε. Έκανε ακριβώς τις ταινίες που ήθελε, που ο ίδιος είχε ανάγκη, που τον συνέδεαν με ό,τι βαθιά τον βασάνιζε. Τους φόβους του ή τις εμμονές του. Αυτό είναι η γοητεία του. Γιατί η «Γλυκιά συμμορία» έχει, μέχρι σήμερα, σταθερή απήχηση σε τόσους ανθρώπους; Η τελευταία φορά που άκουσα να αναφέρονται σ’ αυτήν ήταν προχθές!
Τάκης Μόσχος
Εξαιρετικός φίλος. Ιδιοφυής. Εμμονικός. Απίστευτη πειθαρχία και υποταγή στις θελήσεις του πεφωτισμενού. Γύρισμα στην τσίτα. Το αποτέλεσμα ήταν και η αμοιβή μας. Έβλεπες ότι ο άνθρωπος αυτός ήξερε τι θέλει από σένα πώς θα σου το πάρει, πώς θα σε φιλμάρει, πώς θα σε υποστηρίξει στον έξω κόσμο. Μας πήρε –τους περισσότερους– άπειρους και έβγαλε ρόλους από μας. Κάτι που συχνά μπορεί και να έγινε ερήμην μας. Είχε κάποιες αξίες με τις οποίες ήταν απίστευτα δεμένος. Της φιλίας, της παρέας, της συντροφικότητας. Ήταν φοβερά μοναχικός άνθρωπος κατά βάθος. Απέφευγε τις πρεμιέρες, τα πάρτι. Είχε την οπτική του γωνία από εκεί επάνω στο Κεφαλάρι. Από εκεί φιλτράριζε, έβλεπε τον κόσμο και παρέμενε πιστός σε αυτές τις fix ιδέες. Το σπίτι της Συμμορίας στο Κεφαλάρι έγινε η θερμοκοιτίδα για μας. Ατελείωτες πρόβες, παρέα, γυρίσματα. Μαζευόμασταν εκεί με τις ώρες στο τεράστιο σαλόνι του. Παρέα. Το είχε μεγάλη ανάγκη ο Νίκος. Αν είχε και καλαμπούρι ήταν ακόμη καλύτερα. Καλαμπούρι μέχρι «κανιβαλίσματος», που ήταν μια προσφιλής του λέξη αλλά και όλης της παρέας τότε…
Κωνσταντίνος Τζούμας
Στο έργο του υπογραμμίζονται οι άγονοι έρωτες. Όλοι οι ήρωές του είναι κυνικοί από ευαισθησία. Αυτό ήταν το καταπληκτικό με τον Νίκο. Φυσικά, ήξερε πολύ καλά το κάδρο. Είναι η Λένι Ρίφενσταλ του ελληνικού σινεμά. Ναι. Είχε ασφυκτικό έλεγχο στο κάδρο του. Ε, και; Aυτό μπορείς να το βρεις κι αλλού. Η κινητήριος δύναμη είναι το θέμα. Η ματιά. Ήξερε πολύ καλά να εκφραστεί μέσα από τη δουλειά του. Όπως λέει ο Όρσον Ουέλς, το θέμα δεν είναι η μηχανή και πώς χειρίζεσαι τους φακούς, τους φωτισμούς και πράσινα άλογα. Η ουσία είναι πώς γίνεται στα χέρια σου ποίηση.
Άλκης Παναγιωτίδης
Γνωριστήκαμε στην ταινία, αλλά μετά γίναμε πολύ φίλοι. Σπουδαίος. Πολύ γοητευτικός άνθρωπος. Σε κέρδιζε. Στο σινεμά οι γνώσεις του ήταν μοναδικές. Αν έπαιζες σε ταινία του έλαμπες αμέσως. Από χέρι. Όλα πέρναγαν από αυτόν, τα ρούχα, ο ήχος, η φωτογραφία. Τα βιβλία του είναι εξαιρετικά. Τον «Βαλκάνιο» ήθελε να τον κάνει ταινία, αλλά ήταν πολύ ακριβή παραγωγή. Τρία στοιχεία είχαν οι ταινίες του Νικολαΐδη: ερμηνείες, μουσική και φωτογραφία. Ήξερε τι ήθελε. Ο πατριάρχης του ελληνικού σινεμά, ο Nτίνος Κατσουρίδης, έχει πει ότι πρέπει να διδάσκονται οι ταινίες του στις σχολές.
Χρήστος Βαλαβανίδης
Ήταν ο πρώτος που κρατούσε το μαντίλι του χορού της πλάκας και του χαβαλέ στις πρόβες. Μόλις τελείωναν οι πρόβες, άλλαζε. Τα γέλια κομμένα. Ήταν πάρα πολύ συγκεντρωμένος, αυστηρός, ήξερε ακριβώς τι κάνει, είχε την ταινία στο κεφάλι του και δεν σήκωνε κουβέντα. Ο Νίκος ήταν ένας έντονος άνθρωπος που άφησε βαθιά χαρακιά τόσο στον κινηματογράφο όσο και στη λογοτεχνία. Τον γνώρισα άλλωστε πρώτα ως συγγραφέα και μετά ως σκηνοθέτη, όταν με σύστησε ο Τζούμας. Είχα ήδη διαβάσει τον «Βαλκάνιο» και μου είχε αρέσει πάρα πολύ και ήταν το πρώτο σημείο επαφής όταν συναντηθήκαμε. Ήταν το σενάριο που δεν έγινε ποτέ, γιατί η αισθητική του τον οδηγούσε σε τριπλάσιο budget από τα «Κουρέλια».
Όλια Λαζαρίδου
Ο Νίκος είχε ένα πολύ ισχυρό εσωτερικό τοπίο και μπορούσε να σε κάνει μέρος του φαντασιακού του. Δεν έγραφε μια ιστορία αλλά ξεδίπλωνε την ιστορία του σε συνέχειες. Η ζωή του, μια αστική ζωή σε μια μονοκατοικία στην Κηφισιά, ήταν ένα πρόσχημα μιας εξωτερικής τακτοποιημένης κατάστασης ώστε να μπορεί να ζει τον εσωτερικό οργιαστικό του κόσμο ανενόχλητος. Ήταν απαραίτητο για αυτόν. Μια κοίτη που συγκρατούσε αυτή την εσωτερική παράκρουση που είχε. Μου απένειμε και μένα μέσα του ένα ρόλο σε αυτό το φαντασιακό, να είμαι η Βέρα, αυτό το αφηρημένο, ελαφροΐσκιωτο πρόσωπο. Δεν αισθανόσουν ότι κάνεις μια δουλειά αλλά ότι δανείζεις την αύρα σου για να ξεδιπλώσει την ιστορία του. Δεν ήξερα τότε από σινεμά. Μόλις είχα βγει από τη σχολή του Κουν. Έτρεχα πέρα δώθε με ένα γαλάζιο κομπινεζόν σαν ξωτικό. Μου φερόντοσουν όλοι πολύ ωραία, σαν να είμαι πραγματικά η Βέρα. Ήταν σαν να τρύπωσα για λίγο στον κόσμο κάποιου, έγινα μέρος του ονείρου του και μετά βγήκα.
Αναδημοσίευση από 9/10/12
