Φρέσκα

Θεσσαλονίκη, η πόλη του έρωτα (4)

της Βιτάλια Ζίμμερ

 

Το γαλάζιο της ψυχής μου.

 

Σταματώ απότομα τις σκέψεις μου. Δεν έχει νόημα να συγκρίνω την Αμερική με τη Θεσσαλονίκη. Έχω μία παρέα. Όσο είμαι σε κατάσταση μπλακ άουτ, ο κύριος δίπλα, ο Κωνσταντίνος, με κοιτάει συνέχεια. Η Μαρία μου μιλάει. “Συγγνώμη… είμαι λίγο κουρασμένη από τα ταξίδια. Μαρία πες μου πάλι”… “Βιτάλια θες να πάμε στην Περαία ή στη Μηχανιώνα;” … “Όπου θέλετε. Αρκεί να είμαστε μαζί. Μία παράκληση όμως. Θέλω να σας ευχαριστήσω για την εξυπηρέτηση και την υποδοχή. Θα ήθελα να σας προσφέρω αυτό το δείπνο.” Ξαφνικά χάθηκαν οι Ευρωπαϊκές συμπεριφορές. Ζήτω η Ελλάς. Η Μαρία ήταν έξαλλη. Η Μαρία είναι ότι φαίνεται. Είναι η μεγάλη αδερφή του Κωνσταντίνου. Και δική μου. Είναι όλων των ανθρώπων η μεγάλη αδερφή. Το ίδιο κάνει σε όσους, έτσι απλά εκτιμά. Η Μαρία είναι αυθεντική. Η καρδιά της Μαρίας χωράει πολλούς. Τα μελαγχολικά της μάτια ταιριάζουν απόλυτα με το τεράστιο και μόνιμο χαμόγελο. Είναι μοναδικός συνδυασμός.

Φτάσαμε στη Μηχανιώνα. Η Μαρία θα μου πιάσει το χέρι. Θα πάμε παρέα να καθίσουμε. Δίπλα ακριβώς στη θάλασσα. Τα τραπέζια είναι ξύλινα με μπλε ξεθωριασμένο χρώμα. Οι καρέκλες ξύλινες με πλεγμένη ψάθα. Η θαλάσσια αύρα είναι αισθητή. Βγάζω τα παπούτσια μου και προχωράω μόνη στην ακτή σαν ξυπόλητη τσιγγάνα. Τα πόδια μου βρίσκονται στην άμμο. Στέκομαι όρθια και κοιτάζω τη θάλασσα. Αγναντεύω το απέραντο ήρεμο γαλάζιο του Θερμαϊκού. Το αεράκι ανακατεύει τα μαλλιά μου. Δεν υπάρχει στην Αμερική κάτι τέτοιο. Στο βάθος του οπτικού μου πεδίου, ο Όλυμπος. Το πιο δυνατό βουνό στον κόσμο.  Τελικά είμαι Ελληνίδα. Η ψυχή μου είναι γαλάζια. Το πιο ωραίο χρώμα. Το χρώμα των πατρίδων μου. Θα το φοράω για πάντα. Μόνο αυτό. Πρέπει να επιστρέψω στην Ελλάδα μόνιμα. Επιτέλους, το σώμα και η ψυχή πρέπει να συναντηθούν ξανά. “Βιτάλια, καλώς όρισες!” είπε η ψυχή μου.

 

Συνεχίζεται…