Φρέσκα

Ένα όνειρο ραμμένο με κλωστή

της Βιτάλια Ζίμμερ

 

Έχουν καταρρεύσει όλα. Η ζωή του είναι κατεστραμμένη. Έχασε την περιουσία του, τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Επικρατεί μία τρέλα στο μυαλό του.

Περιπλανιέται χωρίς χρήματα, χωρίς φαγητό. Ζητάει λίγο νερό από τα γύρω καταστήματα. Κάθε μέρα που περνάει εκπέμπει ολοένα και περισσότερη κακοσμία. Βρωμάει.

Μα κάθε βράδυ, πάει στην ακτή. Θέλει να δει τον ήλιο που κοιμάται. Θέλει να δει τη μέρα να τελειώνει, να πεθαίνει. Θέλει να δει το σκοτάδι να γεννιέται. Απόψε θα το κάνει. Θα δώσει ένα τέλος σε όλα.

Βρίσκει το θάρρος και το κάνει. Και ξεκινάει η παραζάλη. Και να μπροστά του η οπτασία. Μία γοργόνα που δεν είναι γοργόνα. Είναι μια γυναίκα με μακριά μαλλιά, σύμβολο της γονιμότητας. Η παραζάλη συνεχίζεται και γοργόνα πλέον στέκεται μπροστά του. Αφήνει το μακρύ αραχνοΰφαντο φόρεμα να γλιστρήσει προς τη γη. Η γοργόνα, που δεν είναι γοργόνα, είναι ολόγυμνη. Έτοιμη να δεχθεί το σπόρο που εκείνος θα γεννήσει.

Θα σηκωθεί παρά την παραζάλη, θα ορμίσει πάνω της και θα την κάνει δική του.

Λίγο πριν φύγει για άλλους τόπους, θα ξαναγεννηθεί με άλλη αλλά παρόμοια μορφή, χωρίς αναμνήσεις.  Ο πιο ένδοξος θάνατος σκέφτηκε.

Και έσβησε το όνειρο, έσβησε κι αυτός.