Μεγάλες προσδοκίες
της Βιτάλια Ζίμμερ.
Ο Παναγιώτης ήταν καθηγητής μαθηματικών σε λύκειο. Μένει μόνος του σε ένα ισόγειο λίγων τετραγωνικών μέτρων. Έχει πρόβλημα στο βάδισμα εξαιτίας ενός ατυχήματος με δίκυκλο, όταν ήταν νέος. Δεν κατάφερε να βρει σύντροφο ποτέ. Είναι μετρίου αναστήματος με γκρίζα μαλλιά και πράσινα εκφραστικά μάτια. Το απογεύματα κάνει δωρεάν μαθήματα σε φτωχούς μαθητές. Μια ζωή αλτρουιστής ήταν ο Παναγιώτης.
Ο Χάρης μόλις ήρθε στο διπλανό διαμέρισμα. Μόλις τελείωσε τη θητεία του και θα επιστρέψει στην εργασία του. Είναι βοηθός σε συνεργείο αυτοκινήτων. Έμαθε τα μυστικά του επαγγέλματος από τα δεκαπέντε του, όταν τελείωσε το γυμνάσιο. Ευτυχώς έχει καλό εργοδότη και του χάρισε κάποια χρήματα για να μπορέσει να νοικιάσει σπίτι. Ο Χάρης δεν έχει γονείς, είναι ολομόναχος. Είναι ψηλός, λεπτός, με κοντά μαλλιά που μάλλον θα τα χάσει.
Οι δύο άντρες θα γνωριστούν και θα αναπτύξουν μία σχέση αλληλοβοήθειας. Ο Χάρης βοηθά τον Παναγιώτη στις αγορές. Ο Παναγιώτης δεν έχει μεταφορικό μέσο. Ο Χάρης απέκτησε ένα πολύ παλιό αυτοκίνητο με 300 ευρώ και εξυπηρετούνται. Ο Παναγιώτης μαγειρεύει ένα πιάτο παραπάνω και τρώνε μαζί.
Ο Παναγιώτης όμως στεναχωριέται πολύ. Θα κάνει τα πάντα για να πάει ο Χάρης νυχτερινό λύκειο. Θέλει να τον βοηθήσει να πάρει έστω το απολυτήριο λυκείου. Είναι κρίμα, τόσο έξυπνο και εργατικό παιδί, να μην έχει έστω αυτό. Τελικά θα τον πείσει και θα τον βοηθήσει. Πέρασαν τρία χρόνια και ο Χάρης τα κατάφερε. Πήρε το απολυτήριο λυκείου. Ήταν μία στιγμή γιορτής για τον Χάρη, το αφεντικό του και φυσικά τον Παναγιώτη. Βγήκαν έξω και έφαγαν σε ένα καλό εστιατόριο φορώντας τα καλά τους.
Ο Χάρης ένιωσε πολύ όμορφα και απέκτησε αυτοπεποίθηση. Μια ζωή ηττημένος και αυτός εξαιτίας της μοναξιάς και της φτώχειας. Τώρα έκανε το επόμενο μεγάλο βήμα, βρήκε μία καλή κοπέλα, πανέμορφη. Η Αναστασία είναι συνέχεια στο σπίτι του και ζούνε τον έρωτά τους. Το σχεδόν άδειο σπίτι του δεν την απασχολεί. Επισκέπτονται και τον Παναγιώτη που και που. Ο Χάρης και ο Παναγιώτης κάνουν ολοένα και λιγότερη παρέα.
Ο Παναγιώτης το ξέρει, ο φίλος του είναι στην αρχή της διαδρομής και εκείνος δέκα γύρους μπροστά και κάποια στιγμή βρέθηκαν δίπλα δίπλα. Η κατάσταση αυτή τον κάνει να αισθάνεται μία πικρία αλλά έτσι είναι ζωή. Υπέθεσε ότι αν ήταν παιδί του, κάποια στιγμή θα έφευγε. Είναι θέμα γενεάς και όχι θέμα χαρακτήρα. Δεν υπάρχει κάποιο λάθος.
Ο Χάρης ζήτησε την κοπέλα σε γάμο. Η κοπέλα όμως δεν δέχτηκε. Είναι κόρη δικαστικού και δεν θέλουν καθόλου για γαμπρό έναν βοηθό συνεργείου. Η σχέση κλονίζεται σε μεγάλο βαθμό. Είναι οικονομικό το θέμα ή πρεστίζ; Ο Χάρης επιστρέφει στον μέντορά του. Δεν ξέρει τι να κάνει. Ο Παναγιώτης αδυνατεί να τον βοηθήσει ψυχολογικά. Δεν έχει και την εμπειρία με τέτοια θέματα. Μία ζωή γεμάτη απορρίψεις.
Ένα απόγευμα ο Παναγιώτης χτύπησε την πόρτα του Χάρη. «Έλα δίπλα… σε χρειάζομαι…»
- Έλα Χάρη μου
- Αναστατωμένο σε βλέπω
- Θέλεις να παντρευτείς την Αναστασία;
- Ναι
- Λοιπόν έχω ένα σχέδιο αλλά έχω επιφυλάξεις
- Ακούω
Ο Παναγιώτης σηκώθηκε από τον καναπέ και πήγε στο ξεφτισμένο έπιπλο που είχε το σταθερό τηλέφωνο. Άνοιξε το συρτάρι από κάτω, που είχε μπλοκ, στυλό και κάτι μικροπράγματα όπως συνδετήρες, κόλλες και άλλα. Παίρνει ένα φάκελο και τον δίνει στον Χάρη.
- Τι είναι αυτό;
- Άνοιξέ το
- Ένα λαχείο!
- Είναι δικό σου. Κερδίζει ένα σημαντικό ποσό.
- Ευχαριστώ Παναγιώτη. Κράτησε το. Η σύνταξη δεν αρκεί.
- Μου φτάνει και μου περισσεύει. Εδώ θα τη βγάλω όπως είμαι τόσα χρόνια.
- Δηλαδή μέχρι το θάνατο, έτσι θα πας;
- Έχουμε καιρό μέχρι τότε.
- Δεν υπάρχει περίπτωση. Να τα φας στις πουτάνες καλύτερα. Εγώ έχω πιο ανοικτό πεδίο μπροστά μου.
- Λοιπόν, το αλλάζω. Μισά-μισά. Να κάνεις το γάμο εσύ κι εγώ να πάω στις πουτάνες.
- Ωραία να το δεχτώ αλλά έχω θέμα. Δεν θέλω να αγοράσω την Αναστασία.
- Αυτή ήταν η επιφύλαξή μου. Δεν πειράζει, εγώ θέλω να είσαι εσύ ευτυχισμένος. Πάρε τα χρήματα, αγόρασε ένα σπιτάκι, πάρε έπιπλα και συσκευές και να πάτε στην ευχή του Θεού.
Ο Χάρης πήρε το λαχείο συμβολικά. Την άλλη μέρα φρόντισαν τις διατυπώσεις για να μοιραστούν τα κέρδη του. Ο Χάρης φεύγει. Πάει σε άλλο σπίτι, δικό του πια. Αγόρασε ένα παλιό σπίτι, έκανε κάποιες επισκευές και είναι έτοιμος. Ο γάμος θα γίνει τελικά παρά τις αρχικές αντιρρήσεις των γονέων της Αναστασίας. Ο Παναγιώτης είναι δίπλα στον Χάρη. Όλοι νομίζουν ότι είναι ο πατέρας του. Είναι συγκινημένος για πολλούς λόγους. Ο φίλος του είναι χαρούμενος. Εκεί που δεν μπορούσε να πει μία πρόταση σωστά, τώρα μιλάει όμορφα, έχει δικό του σπίτι και σύζυγο. Τι καλύτερο! Καμία σχέση με τον ίδιο. Ένα λάθος της κοινωνίας που συνέβη σε αυτόν, δεν συνέβη ξανά.
Ο Παναγιώτης γνώρισε και τους γονείς της Αναστασίας. Ήξεραν για τον Παναγιώτη και για όλα όσα έχει κάνει για τον Χάρη. Τον εκτίμησαν και νιώθουν συμπόνοια. Ίσως η ιστορία του Παναγιώτη να τους βοήθησε να αλλάξουν γνώμη για τον Χάρη. Είναι θέμα ηθικής. Το καλοκαίρι τον κάλεσαν στο εξοχικό τους, στη Σύρο, για λίγες μέρες. Στο τεράστιο εξοχικό φιλοξενείται και μία φίλη τους, ατυχήσασα στη ζωή. Ήταν η κυρία Ελπίδα, μία αδύνατη γυναίκα με φακίδες, ακουστικά βαρηκοΐας, ξανθά μαλλιά και εντυπωσιακό χαμόγελο. Το σκηνικό θυμίζει προξενιό. Θα κρατήσει χαρακτήρα για την ώρα. Είναι ντροπή σε ξένο σπίτι να φερθεί άσχημα. Του αρέσει όμως πολύ, πάρα πολύ. Την είχε δει και στο γάμο των παιδιών αλλά δεν τόλμησε να πει κάτι, αν και του είχε κάνει εντύπωση. Ήταν σίγουρος ότι δεν θα την ξαναδεί ποτέ, οπότε οι πρόχειρες σκέψεις του διασκορπίστηκαν με μιας.
Ο Χάρης και η Αναστασία έφτασαν λίγες μέρες αργότερα με ένα απίστευτο δώρο, που δεν μπορείς να αγγίξεις, να φορέσεις, να γευτείς, να μυρίσεις. Ήταν μια καλή ιδέα που έγινε αμέσως δεκτή από τον Χάρη. Ένας φάκελος ανοίγει και ο Χάρης βγάζει τα έγγραφα.
Ο Χάρης ζητά από τον Παναγιώτη να γίνει θετός πατέρας του…
Ο Παναγιώτης θα σηκωθεί θα ανοίξει τα χέρια του και θα πάρει στην αγκαλιά του τον Χάρη και την Αναστασία. Οι γονείς της Αναστασίας του δίνουν συγχαρητήρια ενώ τα μάτια τους λάμπουν από τα δάκρυα. Η Ελπίδα ακτινοβολεί με το διάπλατο χαμόγελό της, μέσα στο απλό λευκό λινό μακρύ φόρεμά της. Δείχνει να απολαμβάνει αυτή την έντονη στιγμή όσο κανείς.
«Ήθελα να ήξερα, ποιος το σκέφτηκε…» είπε ο Παναγιώτης με τρεμάμενη φωνή, φανερά συγκινημένος, σκουπίζοντας τα δάκρυα χαράς.
Ο Χάρης κάνει στην άκρη, κάνει μία υπόκλιση και λέει δείχνοντας τον ηθικό αυτουργό: «Η Ελπίδα μας. Γνωρίζει τα πάντα…»
Άλλη μία ευχαριστήρια αγκαλιά ακολούθησε, αυτή τη φορά με την Ελπίδα. Αυτή η αγκαλιά ήταν διαφορετική. Το εκρηκτικό της χαμόγελο, τα θλιμμένα υγρά μάτια της και τα σημάδια του γήρατος, συνθέτουν ένα παζλ μοναδικής ομορφιάς. Το πρόσωπό της εκπέμπει καλοσύνη, πραότητα και στοργή. Είναι πανέμορφη. Τώρα ο Παναγιώτης νοιώθει όπως ο Χάρης, σκίρτημα. Είναι ξανά δίπλα δίπλα στο ταρτάν της ζωής, έχοντας διανύσει ακόμα έναν γύρο.
Ο Παναγιώτης έχει επιτέλους οικογένεια και μετά από δύο χρόνια θα γίνει παππούς. Χαζοπαππούς για την ακρίβεια με το αγαπημένο του εγγόνι, τον Παναγιώτη.
Δίπλα τους βρίσκεται η καλύτερη γιαγιά του κόσμου, η λαμπερή, η υπέρλαμπρη Ελπίδα.
