Φρέσκα

Ημερολόγιο καραντίνας (8)…

της Εύας Ζευγουλά

 

 

Για άλλη μια φορά ξύπνησα χωρίς λόγο απ’ το θόρυβο του αναβατόριου των απέναντι και τα μπινελίκια που αντάλλασσαν οι εργάτες με τους οδηγούς που δεν μπορούσαν να περάσουν…βλέπεις, δε μένουμε όλοι σε ειδυλλιακές περιοχές όπου τα πουλάκια τσίου κι άλλα πολλά…

 

Τι σκέφτεσαι Εύα; Ο μόνος που το ρωτάει είναι ο Ζούκμπεργκ στην αρχική μου…κι ο γάτος μου που συμπληρώνει στη γατική «τι σκέφτεσαι; θα μου βάλεις να φάω;»

 

Αντιδράς, πνίγεσαι μέσα στο σπίτι, δεν αντέχεις άλλο τα παιδιά και τη γυναίκα/άντρα που διάλεξες…θες να βγείς με κάθε κόστος, ας κουβαλήσεις πίσω δάκο και μουχρίτσα, ας χρεωθείς 300άρι πρόστιμο, να βγεις πάση θυσία, με οποιοδήποτε αντίτιμο….

 

Να βγω να πάω πού; Να δω ποιόν; Να κάνω τι; Αφού φοβάσαι τη θλίψη μου και κρατιέσαι μακριά…αφού σταμάτησες να λες έστω κι αυτή τη μικρή καλημέρα γιατί κάθε φορά που μου μιλάς-μια φορά κάθε 4 χρόνια-έχω μόνο άσχημα νέα. Σόρρυ που δεν ελέγχω τη ζωή κι αυτή κάνει τα δικά της…μήπως βλέπεις τώρα αυτό που σου φωνάζω χρόνια τώρα;

 

Βλέπεις πώς είναι να μην έχεις δουλειά και πώς είναι να νιώθεις άχρηστος, παροπλισμένος;

 

Βλέπεις πώς είναι να μην έχεις ένα ευρώ για έναν καφέ;

 

Βλέπεις πώς είναι να ζεις με δανεικά;

 

Βλέπεις πώς είναι να μην έχεις ποτέ επισκέψεις;

 

Βλέπεις πώς είναι να μοιράζεσαι τις σκέψεις και τους φόβους σου μέσα από μια οθόνη ΜΟΝΟ;

 

Βλέπεις πώς είναι να μη βγάζεις τη πιτζάμα από πάνω σου και στα πόδια σου να φοράς συνεχώς παντόφλες;

 

Βλέπεις πώς είναι να μην σε αγκαλιάζει, πώς είναι να μη σε φιλά κανείς;

 

Δε σε φοβάμαι εσένα, είσαι δυνατή…έτσι μου έλεγες….

 

Δάσκαλε που δίδασκες γιατί δεν το εφαρμόζεις τώρα κι εσύ; Τα έσφιξα τα δόντια για πολλοστή φορά και τα έσφιξα πάρα πολύ δυνατά….τόσο δυνατά που μου έφυγαν όλα και το στόμα κάτω από τη μάσκα χάσκει αδειανό…γιατί όπως μου είπες έχω μόνο εμένα και πρέπει να βασιστώ στον εαυτό μου….γιατί γεννιόμαστε μόνοι και πεθαίνουμε μόνοι.

 

Το εμπέδωσα το μάθημα, το μάθημα που παίρνεις τώρα εσύ….κι έρχομαι τώρα εγώ να σου πω…..ΓΙΑΤΙ γκρινιάζεις; Για ποια ελευθερία χαλιέσαι; Αυτή που θυσίασες για το μεροκαματάκι και τη δουλίτσα;

 

Δε σε φοβάμαι εσένα, είσαι δυνατός…τι πάει να πει κουράστηκες; Είσαι ζωντανός, άλλοι δε στάθηκαν τόσο τυχεροί…

 

Μα θα κάνω Χριστούγεννα μόνος! Έτσι δεν έκανες πάντα; Εξουθενωμένος απ’ το δωδεκάωρο της παραμονής δεν είχες-έλεγες-όρεξη ούτε κουράγιο να πας πουθενά…και την επόμενη είχες να ανεχτείς το σό’ι’, το σό’ι’ για το οποίο με παράτησες μέσα στο πένθος μου γιατί…ήταν γρουσουζιά να φέρεις τη φρέσκια χήρα στο οικογενειακό τραπέζι και τι θα πουν οι συγγενείς…

 

Σε χαλάει το όριο των 9 ατόμων…μα πάντα τόσους μάζευες γιατί δεν άντεχε η τσέπη σου περισσότερους όπως έλεγες κι άλλωστε…τόσοι μόνο ήταν οι «εκλεκτοί».

 

Δε θα πας φέτος στο χωριό σου…εσύ δεν παραπονιόσουν ότι θα φας ώρες οδήγησης για ν ανεχτείς τον κάθε μπουρτζόβλαχο και τα κουτσομπολιά ενός ολόκληρου χωριού;

 

Τρομάζει η αλήθεια, ξέρω…και πόσες φορές μου την έτριψες στη μούρη γιατί είσαι φίλος κι οι αληθινοί φίλοι δε χα’ι’δεύουν αυτιά…σε τρομάζει το τηλέφωνο που δε χτυπά, το κουδούνι της πόρτας που μένει βουβό κι η διαδρομή κουζίνα-σαλόνι-κρεβάτι και τούμπαλιν…μα αυτό που σε τρομάζει περισσότερο είναι που ζεις τη ζωή τη δική μου…

 

Τίποτα δεν άλλαξε στην καθημερινότητα μου…ήμουν και είμαι σε καραντίνα….σε μια καραντίνα που δε μ’ έβαλε καμία κυβέρνηση παρά μόνο οι δικές σου επιλογές…

 

Μα δε σε φοβάμαι εσένα…είσαι δυνατός…