Πάνω-κάτω η Πατησίων.
«Πάνω-κάτω. Πάνω-κάτω, η Πατησίων. Η ζωή μας είναι η Πατησίων».
Δεν θα μπορούσε να ‘ναι πιο εύστοχη σήμερα η Κατερίνα Γώγου.
Με τις παγωμένες βιτρίνες, τις διαμελισμένες κούκλες, τις ακόμα πιο διαμελισμένες βίζιτες που σκάνε μύτη μετά τα μεσάνυχτα, τους άστεγους στα χαρτόκουτα και τα φαντάσματα του πρόσφατου μέλλοντός μας.
Στο νούμερο 136, στη στάση Κεφαλληνίας, ανάβει η νέον πινακίδα του Au Revoir.
❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀
Μπαρ Ω Ρεβουάρ μπαρ Μπαρίνο μπαρ Μπον
Σουάρ Μπαρ Τετ α Τετ μπαρ μπαρ μπαρ
ολονύχτια ψιλή βροχή ταξί γνωστοί ουίσκυ και
εγγλέζικα τσιγάρα.
―ΘΩΜΑΣ ΓΚΟΡΠΑΣ
AU REVOIR Εργαστήρι κοινωνικών σχέσεων
Το μαγαζί της οδού Πατησίων είναι μία από τις σταθερές αξίες της Αθήνας, τόπος όπου η κατανάλωση αλκοόλ μετουσιώνεται σε ιεροτελεστία.
του Δημήτρη Νανούρη
Το καλοκαίρι του 1957 ο Θόδωρος Παπαθεοδώρου από τον Ανθώνα Ηλείας δουλεύει μπάρμαν στο «Ξενία» των Δελφών. Ανάμεσα στους ενοίκους που σερβίρει, είναι και ένας γενειοφόρος με ευρωπαϊκό αέρα ενίοτε ευδιάθετο, άλλοτε στοχαστικό, κάποτε λάβρο και πάντα φιλικό.
Είναι ο Αριστομένης Προβελέγγιος, εγγονός του ποιητή, ποιητής κι ο ίδιος και ζωγράφος και διανοητής μα πάνω απ’ όλα εμβληματικός αρχιτέκτονας. Μεταξύ απεριτίφ και κοκτέιλ ο νεαρός μπάρμαν τού εξομολογείται το όνειρό του να ανοίξει ένα μαγαζί στην Αθήνα και τις οικονομικές δυσκολίες του εγχειρήματος.
«Προχώρα. Θα το κάνω εγώ», του είπε ο Προβελέγγιος κι έτσι έγινε. Στις 10 Μαρτίου 1958 στο ισόγειο της πολυκατοικίας Πατησίων 136 το «Αu revoir» υποδέχεται τους πρώτους πελάτες του. Ο Προβελέγγιος έχει δουλέψει σκληρά επί τρεις μήνες και δεν δέχεται να πάρει δραχμή. Ο ελλειπτικός σχεδιασμός των επίπλων, η επένδυση των τοίχων και τα φωτιστικά από ψάθα, ο ανάγλυφος πάγκος από σκυρόδεμα με τα γεωμετρικά διακοσμητικά σχέδια, όπως και η οροφογραφία, ακόμα και τα χρώματα των υφασμάτων, του ξύλου και των άλλων υλικών το καθιστούν «σημαντικό και σπάνιο δείγμα διαμόρφωσης εσωτερικού χώρου του ύστερου μοντέρνου κινήματος στην Ελλάδα», σύμφωνα με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο που ζητεί να κηρυχθεί από την αρμόδια διεύθυνση του υπουργείου Πολιτισμού διατηρητέο. Είναι η πρώτη φορά που ένα μπαρ περνά στην ιστορία της αρχιτεκτονικής.
Πριν απ’ αυτό έχει παγιωθεί στην ιστορία της πόλης σαν μια από τις πιο σταθερές της αξίες, τις πιο ζεστές της γωνιές, σαν τόπος όπου η κατανάλωση αλκοόλ μετουσιώνεται σε ιεροτελεστία. Το «Au revoir» συγκαταλέγεται στα δυο-τρία μαγαζιά που έμαθαν την Αθήνα να πίνει. Αποτελεί ένα από τα ακατάλυτα σύμβολα της αστικής της μυθολογίας.
Έκτοτε λειτουργεί αδιάλειπτα με τον Θόδωρο και τον αδελφό του Λύσανδρο να ιερουργούν πίσω απ’ την μπάρα. «Ποιοι πηγαίνουν τότε;». «Όλοι» θυμούνται τα δύο αδέλφια. «Ο Χατζηχρήστος, ο Ηλιόπουλος, ο Σταυρίδης, ο Αυλωνίτης, ο Στολίγκας, η Άννα και η Μαρία Καλουτά, η Βέμπο με τον Τραϊφόρο, ο Τσιφόρος, ο Ψαθάς που γράφει και χρονογράφημα για το μπαρ, ο Φωκίων Δημητριάδης και τόσοι ακόμα».
Το «Au revoir» βρίσκεται στο μαλακό υπογάστριο της Φωκίωνος Νέγρη που τη δεκαετία του ’60 γνωρίζει τις μεγάλες της δόξες. Τριγύρω λειτουργούν δεκάδες θέατρα, κινηματογράφοι, κοσμικές ταβέρνες και κάθε λογής κέντρα διασκέδασης. Πολύ γρήγορα γίνεται στέκι ηθοποιών, ποιητών, συγγραφέων, ζωγράφων, μουσικών, δημοσιογράφων, διανοουμένων και της μισής Αθήνας…
…Σε αμηχανία βρέθηκε το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού & Τουρισμού, το οποίο κλήθηκε να αποφασίσει για τον χαρακτηρισμό του ως μνημείου, αφού παρόμοια ζητήματα δεν ανακύπτουν συχνά (αν και ίσως θα έπρεπε). Και παρά τη μακρά συζήτηση, δεν κατέληξε σε απόφαση ζητώντας πρώτα τη λεπτομερή καταγραφή των αντικειμένων του μπαρ.
Από την άλλη, το ”Αu Revoir” παραμένει για την αρχιτεκτονική και την αστική μνήμη της Αθήνας ένα τοπόσημο με ιδιαίτερη αξία. Ο σχεδιασμός των επίπλων, η επένδυση των τοίχων και τα φωτιστικά από ψάθα, ο ανάγλυφος πάγκος του από σκυρόδεμα με γεωμετρικά διακοσμητικά σχέδια, η οροφογραφία, ακόμη και τα χρώματα των υφασμάτων, του ξύλου και των βαμμένων υλικών όλα είχαν σχεδιαστεί από τον αρχιτέκτονα Αριστομένη Προβελέγγιο.
”Δεν θέλουμε να το κλείσουμε, ούτε να αλλάξει και να γίνει κάτι άλλο. Το φτιάξαμε με μεράκι και το αγαπάμε”, δηλώνουν οι ιδιοκτήτες. Ωστόσο, ”προσπαθήσαμε να το ενοικιάσουμε, επί ένα χρόνο υπήρχε η αγγελία, αλλά το ενδιαφέρον ήταν μικρό και καμία από τις προτάσεις δεν ταιριάζει με την ιστορία του. Ένας ενοικιαστής μάς έλεγε ότι θα βάλει “γυναίκες”, ένας άλλος ήθελε να το κάνει φαστ φουντ. Δεν είναι αυτά τα πράγματα για το “Αu Revoir””.
Δεν είναι μόνον το κτίριο και τα έπιπλα, δηλαδή, είναι η ατμόσφαιρα και η αύρα μιας άλλης εποχής, είναι το άυλο που χρήζουν διατήρησης. ”Ακόμη και πρόσφατα, φοιτητές πήγαιναν να πιουν ένα ποτό στο μπαρ του Προβελέγγιου, όπως έλεγαν” ανέφερε ο καθηγητής κ. Τουρνικιώτης, παραθέτοντας παραδείγματα παρόμοιων χώρων που έχουν διατηρηθεί στην Ευρώπη.
Πηγή: Στοιχεία από ”Το Βήμα»
imaginistes 25/8/13

