Εδώ παππάς, εκεί παππάς…που είν’ ο παππάς;
Διεθνές παιχνίδι του δρόμου που αναπαράγεται συστηματικά σ’ όλες τις πολυσύχναστες μεγαλουπόλεις και αποτελεί, τρόπον τινά, μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ανερμήνευτη ψυχολογική εμμονή, για το πως το θύμα παρ’ ότι γνωρίζει ότι πρόκειται περί υπέροχης ταχυδακτυλουργικής απάτης, επιμένει να παίξει διότι πιστεύει ότι θα κερδίσει… «τον πούστη τον χαρτοκλέφτη!»
Χ.Π
❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀
Ο κοινώς λεγόμενος «παπατζής» κινεί τρία τραπουλόχαρτα πέρα δώθε. Ένα από αυτά, ο «παπάς», έχει φιγούρα (ρήγας, ντάμα ή βαλές) & ζητείται να βρεθεί. Οι παίκτες βάζουν στοίχημα ποιο είναι το συγκεκριμένο τραπουλόχαρτο. Σχεδόν πάντα χάνουν τα λεφτά τους, ενώ ένας (ή περισσότεροι) μυστικός συνεργάτης, (τάχα μου δήθεν περίεργος περαστικός ), του απατεώνα, ο κοινώς λεγόμενος «αβανταδόρος», όταν βάζει στοίχημα κερδίζει, και με αυτό τον τρόπο παρακινεί το ενδιαφέρον των υπολοίπων να παίξουν και αυτοί. Το όνομα του παιχνιδιού προέρχεται από τις λέξεις που λέει ο απατεώνας όταν μετακινεί τα τραπουλόχαρτα: «εδώ παπάς, εκεί παπάς, που είναι ο παπάς;»
Πρώτος ο Ρωμαίος Σενέκας περιέγραψε ένα κόλπο, που μοιάζει με τον παπά. Στην πρόσφατη ιστορία συναντάμε τον παπά για πρώτη φορά στο Λονδίνο του 19ου αιώνα. Στην Αθήνα ήταν καθημερινό φαινόμενο & στην οδό Πανεπιστημίου, αλλά κυρίως στην οδό Αθηνάς τις εποχές του ’50 & του ’60, όπως μαρτυρούν οι στίχοι του άριστης γενικής περιγραφής λαϊκού τραγουδιού «Οι παπατζήδες»
-
-
-
-
- Κι έτσι αυτό το πάθημα
- να σου γίνει μάθημα
- αυτό που έπαθες μην το ξεχάσεις
- κι απ’ την οδό Αθηνάς να μην ξαναπεράσεις…
-
- 2. Στα υπ’ όψιν και η θρυλική ταινία του 1954 «Οι παπατζήδες»
-
-
Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B1%CF%80%CE%AC%CF%82
Ο παπατζής είναι ένα «άθλημα» που άνθισε στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας τις δεκαετίες του 60 και το 70. Υπήρχε και μετά και συνεχίζει να υπάρχει και σήμερα αλλά πλέον πολύ σπάνια θα συναντήσεις έναν παπατζή. Ποιος τσιλιαδόρος άλλωστε μπορεί να νικήσει σε γρηγοράδα τις μηχανές της αστυνομίας; Εδώ πλέον δεν έχουμε με κάποιον «πολιτσμάνο». Επιπλέον, ο κόσμος σταμάτησε να «τσιμπάει» και αυτό ήταν ένα βαρύ πλήγμα στη βιομηχανία του παπά.
Τα πρώτα χρόνια, ωστόσο, γινόταν κυριολεκτικά χαμός. Συνωστισμός για το ποιος θα πρωτοπαίξει. Κατά δεκάδες έσπευδαν τα θύματα για να τα μαδήσουν. Και κάπως έτσι είχε δημιουργηθεί και η ανάγκη για το καλό πόστο.
Άλλο να χωθείς μέσα σε κάποιο στενό και να μη σε βλέπει κανείς και άλλο να στήσεις σε κάποιον κεντρικό δρόμο που είναι πέρασμα. Στα παλιά χρόνια ένα από τα καλύτερα πόστα ήταν η οδός Κωνσταντίνου, κοντά στην πλατεία Καραΐσκάκη, διότι εκεί κοντά ήταν ο σταθμός Λαρίσης και άρα είχε πολλούς επαρχιώτες που ερχόντουσαν στην πρωτεύουσα με το πορτοφόλι γεμάτο. Επίσης καλά σημεία θεωρούνταν η πλατεία Κουμουνδούρου, η Αθηνάς, η πλατεία Κάνιγγος, η Ομόνοια, η Μενάνδρου, η Πειραιώς, η Κλεισθένους, η Ζήνωνος και η περιοχή του δημαρχείου.
Ήταν οι εποχές δόξας για τους παπατζήδες που μέχρι και στίχοι σε τραγούδια έγιναν. Η συμμετοχή ήταν τόσο μεγάλη που οι παπατζήδες έστηναν παντού. Και ήταν τόσοι πολλοί που άρχισαν να μοιράζουν τα πόστα, ώστε, να μην «πέφτουν» ο ένας πάνω στον άλλο. Όταν, όμως, γινόταν αυτό, το λόγο είχαν οι σουγιάδες. Πολλές φορές χύθηκε αίμα για το καλύτερο πόστο. Πολλά τα θύματα. Η γνωστότερη από τις ιστορίες, ωστόσο, είναι αυτή με τον διαβόητο Σαλονικιό ο οποίος μαχαίρωσε και σκότωσε έναν παπατζή όταν διαπίστωσε πως του είχε «φάει» το πόστο…
Είτε στην παλιά Αθήνα, πάντως, είτε στη σύγχρονη, τελικά ένα είναι σίγουρο. Ο μόνος τρόπος για να κερδίσεις τον παπατζή είναι να… μην παίξεις μαζί του.
