Φρέσκα

Μήνυμα πολιτικής προστασίας

του Αργύρη Νικολάου

Δευτέρα 3 Απριλίου, ώρα 11 το πρωί.

❀❀❀
Σήκωσε το καπάκι από τη χύτρα, η φακή στο πάτο της σαν νερουλή κι αποφάσισε να της δώσει μια τελευταία βρασιά. Έριξε το λαδάκι και πάτησε το κουμπί της κουζίνας. Κι αυτή, η πάντα αξιόπιστη, η πάντα σιωπηλή, έβγαλε ένα δυνατό, διαπεραστικό ήχο, έναν ήχο που δεν είχε ακούσει ξανά, κι αμέσως δεύτερο και τρίτο ήχο.
Αυτός τα έχασε, τραβήχτηκε ενστικτωδώς πίσω, τι στο καλό έπαθε, σκέφθηκε στον τέταρτο ήχο, στον πέμπτο, μην ξέροντας τι να κάνει, κοιτούσε δεξιά κι αριστερά με ταχύτητα έξαλλου. Στον έκτο στράφηκε στο τραπεζάκι δίπλα του, και κάτω από το σωρό τον αποδείξεων, των λογαριασμών, των βιβλίων, των γυαλιών, των ηλεκτρονικών σιγαρέτων και των φωτοτυπιών που έβγαλε ψες, των φωτοτυπιών που κράτησε για το φίλο του, των φωτοτυπιών του διηγήματος «Ο λύκος» του Βούλγαρου συγγραφέα Εμιλιάν Στάνεφ, βρήκε το δράστη.
Ήταν το κινητό που δονούνταν και συνέχιζε να βγάζει στριγκλιές, το κινητό που συνέχιζε να αναβοσβήνει. Το πήρε στα χέρια του, διάβασε τις δυο πρώτες σειρές από το μήνυμα και το έκλεισε ήσυχος κι εκνευρισμένος. Αυτοί, και όχι του Στάνεφ, είναι οι πραγματικοί λύκοι, μονολόγησε, αυτοί είναι που κατατρομάζουν τον κόσμο, αυτοί είναι που τον μπερδεύουνε γιατί εκεί που πρέπει δε δίνουν προσοχή και εκεί που δεν πρέπει την εξαντλούνε όλη.