Νυχτοπεταλούδα
Χρίστος Σαπρίκης

Απ’ την Κυριακή τις περισσότερες μέρες ο καιρός είναι άστατος, κάθε μέρα βρέχει και λίγο, πότε το πρωί, πότε το απόγευμα, πότε το βράδυ, με τα σύννεφα τη μια στιγμή να σκαρφαλώνουν στις πλαγιές της Πίνδου στο βάθος και την άλλη να την καλύπτουν ολόκληρη.
– Έτσι θα περάσουμε όλες τις μέρες; Κλεισμένοι στο σπίτι.
~~~
Και μαζί και μια
νυχτοπεταλούδα.
Ακίνητη για ώρες στον τοίχο του χολ, να ταξιδεύει πότε πότε στο γραφείο δίπλα από το παράθυρο, στο χρυσό πηχάκι του παλιού πίνακα με τη λίμνη, πάνω στα σκόρπια βιβλία. Ακούσιο μοντέλο σε φωτογραφικά κάδρα της στιγμής.
– Καλά, πόσες φωτογραφίες θα τη βγάλεις;
~~~
«[…] Κι όμως, ίσως να ’τανε κι ωραίο, σαν ένα βιβλίο ανοιχτό, να περνούσανε οι ώρες αθόρυβα τριγυρισμένες
ασφάλεια
Και να ξεχάσουμε το θάνατο εμείς που ζηλέψαμε τις πεταλούδες μες στις καλοκαιριάτικές μας
αναμνήσεις.[…]» [1]
~~~
– Γιατί δεν βγαίνει έξω;
– Δεν ξέρω. Με αυτόν τον καιρό μπορεί να προτιμά τη ζεστή ατμόσφαιρα του σπιτιού.
~~~
Και χτες, πέταξε στο παράθυρο και αφού φτερούγισε απελπισμένα πάνω στο αόρατο φραγμα που τη χώριζε από το έξω έμεινε ακίνητη στο ξύλινο πλαίσιο κοιτάζοντας τον φωτεινό κόσμο.
– Άνοιξε το παράθυρο. Θέλει να φύγει.
~~~
«[…]
Η πεταλούδα πάντα θα πετάξει
αφήνοντας στα δάχτυλα τη γύρη.
Θρόισμα το αντίο, το χέρι σου μετάξι,
κι εχάθηκες. Από το παραθύρι
η πεταλούδα πάντα θα πετάξει…» [2]
[1[ Μανόλης Αναγνωστάκης, Το καινούριο τραγούδι, Εποχές, 1945
[2] Κώστας Καρυωτάκης, Αφιέρωμα, Τα ποιήματα, εκδ. Νεφέλη, 1992