Φρέσκα

Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος

Πέθανε στις 29 Νοεμβρίου 2024, σε ηλικία 94 ετών, ο συγγραφέας Ηλίας Παπαδημητρακόπουλος. Στρατιωτικός γιατρός, συγγραφέας, αρθρογράφος, κριτικός λογοτεχνίας και κινηματογράφου και φωτογράφος, ο Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος δημιούργησε, παρά το ευσύνοπτο της γραφής του, ένα μεγάλο σώμα διηγημάτων, δοκιμίων και κριτικών παρουσιάσεων άλλων λογοτεχνών. Το 2015 τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου του. Κάποια μεταφράστηκαν στα γαλλικά και τα αγγλικά,  ενώ οι εκδόσεις Κίχλη, προβαίνουν σε μια μνημειακή και ποιοτική επανέκδοση (και το προσφέρουν στο ελληνικό κοινό), του συνολικού έργου του, καθώς αυτό παραμένει ζωντανό και επιθυμητό όχι μόνο από τους αναγνώστες των παλιών γενιών αλλά και των  καινούργιων.

***

Απόσπασμα από http://Books Journal

Ο ολιγογράφος συγγραφέας, που απολαμβάνει της αποδοχής και της εκτίμησης των συναδέλφων του, δεξιοτέχνης του ύφους και των συγκινήσεων, και που τα απέριττα κείμενά του έχουν κάτι από την μελωδική προσωδία της ποίησης, Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος, γεννήθηκε, το 1930, στον Πύργο της Ηλείας, από πατέρα δικηγόρο. Μετά το θάνατο του οποίου, το 1943, η οικογένεια πέρασε δύσκολες μέρες.

Tο 1949, τελειώνει το οκτατάξιο πρακτικό γυμνάσιο και βρίσκεται σε απελπισία· τα οικονομικά προβλήματα δεν του επιτρέπουν συνέχιση των σπουδών του· ένας συμμαθητής του του δίνει τη διέξοδο, μιλά για τις δωρεάν σπουδές στη στρατιωτική ιατρική σχολή της Θεσσαλονίκης. Αναγκαστικά την επιλέγει.

Το 1955, αποφοιτά ως στρατιωτικός γιατρός. Το 1958, προσπαθεί να φύγει από το στρατό και δεν τα καταφέρνει. Υπηρετεί σε πολλά μέρη της Βόρειας Ελλάδας,  Καλπάκι, Βέροια, Νιγρίτα, Νάουσα, Καβάλα. Στην τελευταία μένει γύρω στα δέκα χρόνια, φτιάχνει το σπιτικό του με την αγαπημένη του σύζυγο, γιατρό, Νιόβη Κατάκη. Ασχολείται με τον κινηματογράφο και με τη λογοτεχνία. Με φίλους του λογοτέχνες ιδρύει τα περιοδικά Αργώ και Σκαπτή Ύλη, καθώς και την Κινηματογραφική Λέσχη της Καβάλας για τις ανάγκες της οποίας γράφει σχόλια και άλλα κείμενα. Το 1962. δημοσιεύει με ψευδώνυμο, στην Αργώ, το πρώτο του διήγημα με τίτλο «Οι Φρακασάνες». Το  1973, εκδίδει στη Θεσσαλονίκη την πρώτη του συλλογή διηγημάτων, Οδοντόκρεμα με Χλωροφύλλη, χρησιμοποιώντας το κανονικό του όνομα παρά τη σχετική απαγόρευση της στρατιωτικής υπηρεσίας.

Το βιβλίο αγκαλιάζει η κριτική καθώς εντυπωσιάζει ο λιτός και περιεκτικός λόγος, η έλλειψη βαρύγδουπων επιθέτων και λυρισμού, η ελαφρά ειρωνεία και οι πολύ δυνατές αφηγηματικές εικόνες του. Από αυτή  την πρώτη συλλογή καθιερώνεται ως μινιμαλιστικός διηγηματογράφος, ιδιότητα που ουδέποτε εγκατέλειψε στις επόμενες συλλογές του, ακόμη και στα δοκίμιά του.

Στο  επόμενο διάστημα ώς το 1983, που αποστρατεύεται, εγκαθίστανται με την Νιόβη στην Αθήνα. Αργότερα δημιουργούν μια δεύτερη και αγαπημένη κατοικία στην Πάρο. Μένουν τον περισσότερο καιρό εκεί, ενώ ξεχειμωνιάζουν στην Αθήνα. Η πανδημία τους αποκλείει στην Αθήνα τα τελευταία δύο χρόνια.

Η γενέθλια του πόλη, το κτήμα όπου έμενε εκεί και οι μνήμες του από την παιδική και εφηβική του ηλικία, η φύση, η κατοχή και ο εμφύλιος, τα πρώτα στρατιωτικά χρόνια και γενικά η σκληρή εποχή τον γεμίζει με μνήμες, οι περισσότερες οδυνηρές που αρκετά αργότερα,  επεξεργασμένες, τροφοδοτούν τα ευσύνοπτα διηγήματά του που στο σύνολό τους είναι ογδόντα οκτώ.

Η στρατιωτική υπηρεσία τον επηρεάζει πολλαπλά. Έρχεται σε επαφή με πολλούς τόπους και τους ανθρώπους τους, ωριμάζει ψυχικά και πνευματικά, ξεφεύγει από το περιοριστικό πλαίσιο του στρατού, ήπιος και ανεκτικός δέχεται τους ανθρώπους όπως είναι, κι αυτό εκφράζεται στα γραπτά του. Απ’ την άλλη πλευρά, ίσως για να ισορροπήσει τη γνωστή μελαγχολία και βαρεμάρα του στρατού, στρέφεται στην εφηβική του αγάπη, τη λογοτεχνία. Ενώ μπορεί η σύνταξη στρατιωτικών αναφορών και εγγράφων να τον έχουν επηρεάσει  στον μινιμαλιστικό τρόπο της γραφής του.

Από το ξεκίνημα δουλεύει πολύ τα κείμενά του. Ισορροπούν μεταξύ πραγματικότητας, ονείρου και μεταλλαγμένης μνήμης. Είναι άχρονα και γι’ αυτό διαχρονικά.  Διηγείται στο πρώτο πρόσωπο, με εικόνες στις οποίες η λιτή γραφή δίνει καθαρότητα και αναπάντεχη πληρότητα. Υπάρχει ένα σκληρό και σημαντικό, και κάποιες φορές ασήμαντο αλλά εμβληματικό βιωματικό γεγονός. Αυτά ονομάζει πραγματικότητά του που την προσδιορίζει ευρύτατα: συμμετέχουν όνειρα, μνήμες νεκρών φίλων, καθώς και ο βιωμένος χρόνος και τόπος. Βάζει το χέρι στον τύπο των ήλων, «η φρίκη κουβεντιάζεται», αποφεύγοντας όμως τους μεγάλους χαρακτηρισμούς, λυρισμούς ή άλλα φορτία. Τα δυνατά κείμενά του συνοδεύονται από κατανόηση, τρυφερότητα και αγάπη για τους ανθρώπους, αλλά και από χιούμορ,  που ενίοτε φτάνει στη σαρκαστική ειρωνεία και την παρωδία. Η γλώσσα του ακριβής, πλούσια και πολύμορφη. Παραμένει  σε όλη τη μακριά λογοτεχνική ζωή του εραστής της μικρής φόρμας (ακόμη και το μακρύ του ονοματεπώνυμο το μετατρέπει σε Η.Χ.Π.), παράλληλα δεν ξεχνά αγάπες και οφειλές σε ομοτέχνους του, γράφει δοκίμια γι’ αυτούς, αναδεικνύει τα προτερήματά τους.

Ενδιαφέρεται για την τελική εμφάνιση του βιβλίου που θα φθάσει στα χέρια του αναγνώστη, επιλέγει τυπογράφους που ενδιαφέρονται  για την  καλλιέπεια της έκδοσης, την οποία πάντα παρακολουθεί από κοντά. Είναι ασυμβίβαστος στην κατάκτηση της τελειότητας της έκδοσης, ενώ όλα του τα βιβλία είναι εικονογραφημένα από δόκιμους εικονογράφους.

Δημιούργησε, παρά το ευσύνοπτο της γραφής του, ένα μεγάλο σώμα διηγημάτων, δοκιμίων και κριτικών παρουσιάσεων άλλων λογοτεχνών, καθώς και συμμετοχών σε ποικίλα συλλογικά έργα, αφιερωμένο στη γυναίκα του, Νιόβη, την αεί πρώτη αναγνώστρια των κειμένων του.

Βιβλία του βραβεύονται, ενώ το 2015 παίρνει το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου του. Κάποια μεταφράζονται στα γαλλικά και τα αγγλικά,  ενώ οι εκδόσεις Κίχλη, προβαίνουν σε μια μνημειακή και ποιοτική επανέκδοση (και το προσφέρουν στο ελληνικό κοινό), του συνολικού έργου του, καθώς αυτό παραμένει ζωντανό και επιθυμητό όχι μόνο από τους αναγνώστες των παλιών γενιών αλλά και των  καινούργιων…

Πηγή: https://booksjournal.gr/stiles/eis-mnimin/5083-o-ilias-x-papadimitrakopoulos-1930-2024-kai-i-texni-tou-mikroy